Ευρωεκλογές 2024: Τι σημαίνει η άνοδος της ακροδεξιάς για την Πράσινη Συμφωνία
Η νέα σύνθεση του Ευρωπαϊκού κοινοβουλίου μετά τις ευρωεκλογές της Κυριακής (09/06) αναμένεται να δημιουργήσει εμπόδια στην υιοθέτηση πιο φιλόδοξων περιβαλλοντικών πολιτικών, καθώς αυξάνεται ο αριθμός των ευρωβουλευτών που αντιτίθενται στα μέτρα της Πράσινης Συμφωνίας. Το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών δείχνει πώς η κλιματική αλλαγή δεν αποτελεί προτεραιότητα για τους ψηφοφόρους, οι οποίοι βρίσκονται αντιμέτωποι με την ενεργειακή κρίση και τον πληθωρισμό, μεταξύ άλλων. Παρόλα αυτά, οι αναλυτές εκτιμούν πως το νέο ευρωκοινοβούλιο δεν θα καταργήσει τους βασικούς στόχους για το κλίμα.
Μετά τις ευρωεκλογές του 2019, η ΕΕ δεσμεύτηκε να κάνει την Ευρώπη την πρώτη κλιματικά ουδέτερη ήπειρο στον κόσμο μειώνοντας τη ρύπανση. Πρόκειται για ένα σύνολο πολιτικών που στοχεύει στη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου στην ΕΕ κατά 55% σε σχέση με τα επίπεδα του 1990 έως το 2030 και στην επίτευξη των καθαρών μηδενικών εκπομπών έως το 2050. Ωστόσο, ορισμένα δεξιά και ακροδεξιά κόμματα έχουν ως επί το πλείστον εναντιωθεί στην Πράσινη Συμφωνία. Τα μέλη τους δεν συμπεριλαμβάνουν το θέμα της κλιματικής κρίσης στις προεκλογικές τους εκστρατείες, καθώς προτιμούν να εστιάζουν στο μεταναστευτικό, την εθνική ταυτότητα και την οικονομία. Οι υποστηρικτές τους γενικά αποδέχονται την επιστήμη της κλιματικής αλλαγής αλλά ψηφίζουν με βάση τις πολιτικές τους θέσεις.
«Εάν κοιτάξετε τα δεδομένα των δημοσκοπήσεων, θα δείτε ότι δεν υπάρχουν πολλοί κλιματοσκεπτικιστές στην Ευρώπη», δήλωσε ο Ωρελιέν Σοσέι περιβαλλοντολόγος στο London School of Economics and Political Science στο Λονδίνο. Πρόσθεσε όμως ότι οι άνθρωποι διαφωνούν για το πώς θα πρέπει να αντιμετωπιστεί η κλιματική αλλαγή.
«Τότε αρχίζουν τα δύσκολα – όταν τα μέτρα επηρεάζουν το βιοτικό επίπεδο, τα μέσα διαβίωσης και τις καθημερινές συνήθειες των ανθρώπων, αυτό επηρεάζει την αποδοχή των κλιματικών πολιτικών» επισήμανε ο ερευνητής.
Λιγότερες φιλοδοξίες
Η ήττα των Πρασίνων έρχεται μετά από πολύμηνες διαμαρτυρίες των αγροτών ενάντια στις περιβαλλοντικές πολιτικές που σχεδίαζαν να μειώσουν τις επιδοτήσεις καυσίμων και να περιορίσουν τη χρήση φυτοφαρμάκων και λιπασμάτων. Οι ευρωπαίοι αγρότες, χάρη στις μαζικές κινητοποιήσεις τους, κατάφεραν να αποφύγουν ορισμένα μέτρα, όπως η μείωση των εκπομπών άνθρακα και η μείωση της χρήσης φυτοφαρμάκων κατά το ήμισυ έως το 2030.
Μια αδύναμη παρουσία των Πρασίνων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θα μπορούσε να επηρεάσει τις διαπραγματεύσεις για τη μείωση των καθαρών εκπομπών αερίων θερμοκηπίου.
«Θα ήταν ευκολότερο και πιθανότατα θα είχαμε πιο φιλόδοξους στόχους, εάν τα κόμματα που υποστηρίζουν ρητά ισχυρούς στόχους για το κλίμα είχαν μεγαλύτερη παρουσία στις εκλογές», σημείωσε ο Σοσέι.
Ο Ρίτσαρντ Κλάιν από το Ινστιτούτο Περιβάλλοντος της Στοκχόλμης στη Βόννη της Γερμανίας, δεν πιστεύει ότι ο στόχος του 2040 θα ακυρωθεί εντελώς.
«Ίσως να μειωθεί ο προϋπολογισμός για αυτού του είδους τα μέτρα, αλλά δεν βλέπω να υπάρχει πλήρης αναμόρφωση της κλιματικής πολιτικής», δήλωσε στο περιοδικό «Nature» ο Κλάιν. Ωστόσο, είναι απίθανο να συμφωνηθούν πιο φιλόδοξοι στόχοι για το κλίμα στο μέλλον, πρόσθεσε.
Ένα από τα πρώτα καθήκοντα των ευρωβουλευτών θα περιλαμβάνει την επιλογή του επόμενου προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Μέχρι να επιλεγεί ο/η πρόεδρος και να εκλεγεί ο επόμενος ή η επόμενη Επίτροπος για το Κλίμα, είναι δύσκολο να πούμε με μεγάλη βεβαιότητα πώς θα εξελιχθεί η δράση της ΕΕ για το κλίμα τα επόμενα χρόνια.
Το επόμενο ευρωκοινοβούλιο φαίνεται ότι θα συνεχίσει να δίνει προτεραιότητα στη χρηματοδότηση της επιστημονικής έρευνας, σύμφωνα με την Μάρτα Αγκοστίνο, εκτελεστική διευθύντρια του EU-LIFE, μιας διεθνούς συμμαχίας ερευνητικών κέντρων που υποστηρίζουν την έρευνα στην Ευρώπη.
«Το Ευρωκοινοβούλιο υποστηρίζει την έρευνα και την καινοτομία και, γενικά, κατανοεί την κρίσιμη αξία της επένδυσης σε αυτήν. Σύμφωνα με τα εκλογικά αποτελέσματα που βλέπουμε, εξακολουθώ να ελπίζω ότι αυτό ισχύει» πρόσθεσε.
Οι πολιτικές που έχουν προσελκύσει τη μεγαλύτερη οργή από τη δεξιά είναι αυτές που επηρεάζουν άμεσα τους ψηφοφόρους – από τη σταδιακή κατάργηση των αυτοκινήτων με κινητήρες εσωτερικής καύσης έως την ουσιαστική απαγόρευση νέων λεβήτων αερίου – και εκείνες που αυξάνουν το βραχυπρόθεσμο κόστος για τους αγρότες.
Η Τζέσικα Χάακ, πολιτικός επιστήμονας στο Πανεπιστήμιο του Αμβούργου, είπε ότι αυτή η τάση εξηγείται εν μέρει από μια αλλαγή στον τρόπο με τον οποίο αναλαμβάνονται οι άνθρωποι την κλιματική κρίση.
«Στις προηγούμενες ευρωεκλογές, οι διαμαρτυρίες για το κλίμα είχαν ωθήσει τις περιβαλλοντικές ανησυχίες στο προσκήνιο της πολιτικής ατζέντας στο μεγαλύτερο μέρος της ΕΕ», είπε η επιστήμονας. «Αν και οι ψηφοφόροι σε ορισμένες χώρες της Δυτικής Ευρώπης εξακολουθούν να θεωρούν σημαντικά τα κλιματικά ζητήματα, έδωσαν προτεραιότητα στις οικονομικές ανησυχίες, τη μετανάστευση και τον πόλεμο» σημείωσε.
Ο Ματίας Μπακ, διευθυντής στην δεξαμενή σκέψης Agora Energiewende, δήλωσε ότι οι εκλογές υπογράμμισαν τη σημασία μιας οικονομικά προσιτής ενέργειας, της ασφάλειας, των ασφαλών θέσεων εργασίας και της ανταγωνιστικότητας. Είπε ότι η απάντηση σε αυτό θα σήμαινε επιτάχυνση των επενδύσεων στην καθαρή ενέργεια και ανάπτυξη μιας ισχυρής βιομηχανικής στρατηγικής που θα παρέχει βεβαιότητα στις εταιρείες που επενδύουν σε ένα κλιματικά ουδέτερο μέλλον.
«Το κύριο καθήκον για τα επόμενα πέντε χρόνια είναι να διασφαλίσουμε ότι οι πολίτες και οι επιχειρήσεις θα επωφεληθούν πλήρως από την πράσινη μετάβαση» κατέληξε ο Μπακ.