Διαμαντής Καραναστάσης για το «Υπάρχω»: Δεν είναι αγιογραφία, δείχνει τις αδυναμίες ενός θεοποιημένου καλλιτέχνη
Στην ταινία «Υπάρχω», ο Διαμαντής Καραναστάσης υποδύεται τον Μανώλη Χιώτη, καθοριστική φιγούρα στην καριέρα του Στέλιου Καζαντζίδη.
Στη συνέντευξή του με τον Αλέξανδρο Ρωμανό Λιζάρδο, αποκαλύπτει την «μουσική» προσέγγισή του στην υποκριτική και τη διαδικασία για να ενσαρκώσει τον Χιώτη. Μιλά για την ελευθερία που του προσέφερε ο σκηνοθέτης Γιώργος Τσεμπερόπουλος και τονίζει την αξία του casting director Μάκη Γαζή, ενώ εξηγεί την προσέγγιση της ταινίας στον Καζαντζίδη και τον ρόλο του Χρήστου Μάστορα.
Στην ταινία «Υπάρχω» υποδύεστε τον Μανώλη Χιώτη, που ενδυνάμωσε με το ταλέντο του τη δισκογραφική πορεία του Καζαντζίδη. Επιλέξατε το δρόμο της μίμησης, της έρευνας ή της σκηνοθετικής καθοδήγησης πάνω στην προσωπικότητά του;
Σκέφτομαι και προσεγγίζω τους ρόλους μου πάντα “μουσικά”, αυτή είναι η λειτουργία μου ή τουλάχιστον η βασική, η πηγαία λειτουργία μου. Ακούω μουσικές, βρίσκω τις μελωδίες, τους ρυθμούς του ρόλου μου και φτιάχνω τον κόσμο μου πάντα μέσα από τη μουσική. Οπότε όταν έχεις να κάνεις με τον Χιώτη, τα πράγματα… απλοποιούνται αρκετά μέσα από αυτή τη “μέθοδο Διαμαντή”! Ακουσα, άκουσα, άκουσα, διάβασα και μπήκα στον κόσμο του πολύ εύκολα. Στόχος μου ήταν να αποδώσω την μεγάλη προσωπικότητα αυτού του πρωτοπόρου μουσικού, μέσα στο χρόνο που μου δόθηκε.
Η ελευθερία που μου δόθηκε από τον Γιώργο Τσεμπερόπουλο, στην προεργασία μας, όπως και η ασφάλεια που σου παρέχει στο σετ αυτός ο σπουδαίος και “σίγουρος” κινηματογραφιστής, ήταν γενναιόδωρη, ουσιαστική και όπως φαίνεται και από την ταινία, πολύ δημιουργική για όλους.
Ο «Καζαντζίδης» έμοιαζε απραγματοποίητο σχέδιο μέχρι πριν λίγα χρόνια, δεδομένου ότι τα πνευματικά δικαιώματα για τα τραγούδια του ίσως άγγιζαν ισάξιο μπάτζετ με αυτό της ταινίας. Επίσης οι «καζαντζιδικοί» λάτρεις ήθελαν τον θρύλο του να παραμείνει ανέγγιχτος και «αμόλυντος», υπερασπιζόμενος το θρύλο του. Πως κατά τη γνώμη σας προσπεράστηκαν αυτά τα εμπόδια;
Δεν έχω ιδέα ούτε ρώτησα για το πρόβλημα των δικαιωμάτων… και δε γνωρίζω με ποιον τρόπο ξεπεράστηκε. Σίγουρα γνωρίζω βέβαια ότι έγινε πάρα πολύ μεγάλη και σοβαρή δουλειά με τους συγγενείς των προσώπων αλλά και τους εν ζωή ήρωες της ταινίας, ώστε να αποδοθεί και να αποτυπωθεί με τον πιο κοντινό στην αλήθεια τρόπο η ζωή τους.
Για τους “Καζαντζιδικούς” τώρα, δεν έχω πολλά να πω. Θεωρώ, όπως ακριβώς το λες, ότι οι αντιδράσεις που είχαμε αρχικά, δεν είχαν να κάνουν με τον εξαιρετικό Χρήστο (Μάστορα) και την απόδοσή του, αλλά με οποιονδήποτε θα άγγιζε την θεότητα Στέλιος. Δε μπορώ να αντιληφθώ, να προσεγγίσω αυτόν τον τρόπο σκέψης. Η ταινία θα φέρει κοντά σε νέους ανθρώπους έναν ολόκληρο κόσμο ξεχασμένο και κάποιες σπουδαίες προσωπικότητες, μέσα από την τέχνη και μέσα από τη σκοτεινή αίθουσα. Αυτό και μόνο είναι σπουδαίο, πέρα από την υψηλή ποιότητα της ταινίας.
Έχετε καταθέσει την άποψή σας για τον Χρήστο Μάστορα που υποδύεται τον Καζαντζίδη, ο οποίος, προσωπικά, αποτέλεσε τη μεγάλη έκπληξη της ταινίας. Κατά τη γνώμη σας, με τα διαθέσιμα ταλέντα και την υπάρχουσα triple act πεδία στη γενιά των ηθοποιών που θα μπορούσαν να υποδυθούν τον Καζαντζίδη, μήπως ήταν μονόδρομος η επιλογή ενός τραγουδιστή;
Εδώ πρέπει να μιλήσω για την εξαιρετική δουλειά του Μάκη Γαζή, του κορυφαίου αυτού casting director, που ανέλαβε την ταινία. Επειδή η υποτιμημένη αυτή ειδικότητα, επιτέλους μπαίνει από του χρόνου στα Οσκαρ, δεν είναι υπερβολή να πω ότι για τη συνολική δουλειά του στην ταινία ο Μακης θα ήταν ένας σοβαρός υποψήφιος για το Οσκαρ αν η ταινία ήταν στην Αμερική.
Ο Μαστορας είναι ο ιδανικός για το ρόλο ανεξάρτητα με τη σύγκριση, που μεταξύ μας υπάρχουν “επαγγελματίες” ηθοποιοί που δεν ξέρουν την τύφλα τους και υπέρ-προβεβλημένοι που παίζουν σαν κοντάρια. Ο Χρήστος έχει αλήθεια, σεβασμό, αυθορμητισμό, τη μαγική συνταγή του κινηματογράφου. Ερμηνευτικά εξελίσσει τη φωνή του Καζαντζίδη σκηνή-σκηνή. Είναι επίτευγμα αυτό που κάνει.
Όσο υπάρχουν εν ζωή καλλιτέχνες και συγγενείς που διασταύρωσαν τη ζωή τους με τον Καζαντζίδη, σίγουρα οι πιο σκοτεινές σελίδες της προσωπικότητάς του δεν θα άγγιζαν την απόχρωση που ένας ιστορικός του μέλλοντος θα τους έδινε αλλά θα παρέμεναν στην καλύτερη των περιπτώσεων στη γκρίζα ζώνη. Μήπως τελικά οι βιογραφίες των καλλιτεχνών όσο η αντικειμενική ματιά «αστιγματίζει», υποβοηθά στη διαιώνιση του θρύλου τους;
Είναι αναπόφευκτο αυτό. Δε νομίζω ότι ενδιαφέρουν κανέναν κινηματογραφικά οι μετέπειτα δικαστικές διαμάχες του σπουδαίου αυτού λαϊκού τραγουδιστή. Ασε που θα αλλάζαμε κινηματογραφικό genre…
Η ταινία παρ’ όλα αυτά δεν είναι αγιογραφία. Σίγουρα δε δείχνει όλες τις κακές -ίσως- πτυχές της προσωπικότητάς του αλλά δε δείχνει και όλες τις καλές. Δε μπορούν να χωρέσουν όλα. Παρ’ όλα αυτά δείχνει σε πολλές στιγμές τις αδυναμίες και τα ελαττώματα, ενός θεοποιημένου καλλιτέχνη που ήταν άνθρωπος και αυτό είναι και προς τιμήν της τελευταίας συζύγου του που δε στάθηκε εμπόδιο σε αυτό.
Κάθε τέτοια δουλειά βέβαια, είτε σε εθνικό είτε σε παγκόσμιο επίπεδο, λειτουργεί πάντα και ως έναυσμα να βγει ο θεατής από την αίθουσα και να ασχοληθεί με τον καλλιτέχνη ψάχνοντας και μαθαίνοντας τα πάντα για αυτόν και να κρατήσει μέσα του ό,τι θέλει.
Με τα νέα καθήκοντά σας στη βουλή, πως η υποκριτική χωράει στο πρόγραμμά σας;
Ημουν πάντα άνθρωπος των… τριών καρπουζιών κάτω από το ένα χέρι και άλλων… τεσσάρων κάτω από το άλλο.
Ξέρεις στη δουλειά μου τα “όχι” είναι υπερ-πολλαπλάσια από τα “ναι”. Τη δουλειά μου τη σέβομαι την αγαπώ και δεν έχω κάνει ποτέ την παραμικρή έκπτωση σε καλλιτεχνικό ή προσωπικό επίπεδο. Με την παραμικρή τοξικότητα ή οποιαδήποτε άλλη “περίεργη” συμπεριφορά, αποχωρώ. Το πάθος μου είναι αδιαπραγμάτευτο. Με τη Βουλή ίσως έγινα ακόμη λίγο πιο επιλεκτικός.
Έχοντας ακούσει ότι αρκετοί βουλευτές έχουν πάρει μαθήματα υποκριτικής για το δημόσιο λόγω τους και την άνεση μπροστά σε μεγάλα ακροατήρια, θα μου επιτρέπατε να ρωτήσω αν έχετε εφαρμόσει -ηθελημένα ή όχι- τεχνικές της υποκριτικής στα δικά σας δημόσια καθήκοντά σας, και αν ναι, που/πως κ.λπ.;
Είναι μια τελείως άλλη πίστα. Τα μαθήματα υποκριτικής ή μάλλον καλύτερα ορθοφωνίας που λες, ίσως τα έχουν πάρει για να μάθουν να μιλάνε… Αν και τα αποτελέσματα του επιπέδου γραμματικής, σύνταξης, άρθρωσης, απεύθυνσης, είναι εντελώς αποκαρδιωτικά όπως και το συνολικό πολιτισμικό επίπεδο, πάρα πολύ χαμηλό.
Σχετικά με εμένα, η ασφάλεια που έχω στη σκηνή είναι ο ρόλος μου, είναι η “μάσκα” μου, αυτό είναι που με κάνει να αισθάνομαι θηρίο που του ανοίγουν το κλουβί.
Στη Βουλή ξεκίνησα από το μηδέν, χωρίς τη μάσκα μου. Θεωρώ ότι προσαρμόστηκα γρήγορα και λαμβάνω πολύ συχνά συγχαρητήρια από τα προεδρία, μια χαρά.
Πρόσφατα δύο βουλευτές από διαφορετικά κόμματα μου είπαν ότι τους “μαγεύω”!!! καλά πάει κι αυτό…
Αν τεθεί το δίλημμα «ένας μεγάλος κινηματογραφικός ρόλος» που θα προϋποθέτει να παραιτηθείτε από το ρόλο σας στη βουλή ή δεύτερη τετραετία χωρίς καμία δυνατότητα να συμμετέχετε με κάθε τρόπο στο σανίδι, σε ταινίες, σε σειρές και voice over ρόλους, τί θα επιλέγατε;
Δεν υπάρχει κανένα δίλημμα. Η δουλειά μου είναι αυτό που ονειρευόμουνα από μικρό παιδί να κάνω και κατάφερα να το κάνω. Αυτή με κινητοποιεί στη ζωή μου, με ενεργοποιεί, με κρατάει “παιδί”, μου δίνει δύναμη ακόμη και μέσα από τις εργασίες μου στη Βουλή για τον πολιτισμό και την εκπαίδευση, είναι αυτή που με κάνει να “φωτίζομαι” όπως λένε οι συνομιλητές, οι φίλοι και οι γνωστοί μου. Είναι τροφή, ζωτικό υπαρξιακό μου στοιχείο.
Όπως λοιπόν λέει και ο Ντε Νίρο στον Πατσίνο, στο Heat του Μάικλ Μαν: “I will not hesitate, not for a second”
Πηγή: ertnews.gr