ΤΑΙΝΙΕΣ ΤΗΣ ΕΒΔΟΜΑΔΑΣ: ΕΝ ΑΡΧΗ, ΕΝΑ ΚΟΝΚΛΑΒΙΟ ΓΙΑ ΤΗΝ… ΕΜΙΛΙΑ ΠΕΡΕΖ
Τρεις εκ διαμέτρου διαφορετικές ταινίες για την πίστη, μαζί με μια για την ομορφιά και άλλη μια για τη φρικαλεότητα, και ένα σουι τζένερις μιούζικαλ οι ταινίες που κάνουν πρεμιέρα
EMILIA PEREZ
Δικηγόρος απάγεται με τη συγκατάθεση της από έμπορο ναρκωτικών που της αναθέτει να βρει τους κατάλληλους ιατρούς για τη φυλομετάβασή του εκτός συνόρων. Χρόνια αργότερα αυτές οι δύο, πλέον, γυναίκες θα συναντηθούν ξανά και ο/η πελάτης θα ζητήσει μια ακόμα χάρη: Να την επανασυνδέσει με τα παιδιά του. Όλα αυτά με χορογραφίες, αγγλόφωνα και ισπανόφωνα τραγούδια και… πιστολίδια.
Κάπου ανάμεσα στο «20 εκατοστά», «Μέσα στο Σπίτι σου» και το «Χορεύοντας στο Σκοτάδι», αυτή η ιδιαίτερα ευαίσθητη ταινία που σε ξαφνιάζει, μοιάζει με αρχαία ελληνική τραγωδία παραδομένη στο σπιτρόζικο χιούμορ, το μελό και την πρωτοτυπία υπό το πρίσμα της LGBTQ κοινότητας.
Το ρίσκο της μετάβασης στα συμβατικά και αντισυμβατικά κινηματογραφικά είδη (κάτι παραπλήσιο προσπάθησε και η ταινία «ο Νόμος του Μέρφυ» που θα δούμε τις επόμενες εβδομάδας) -μεγάλο-, με τον Οντιάρ να μην αρκείται σε αυτό. Να σκάβει περισσότερο στο θέμα της ταυτότητας φύλου και να αναδεικνύει αρχετυπικούς -ασυμβίβαστους να επιβιώσουν σε μη μελοδραματικό περιβάλλον- χαρακτήρες που εκφράζουν τους καημούς τους με ειλικρίνεια μόνο τραγουδιστά. Εκτός από τη Σοφία Κάρλα Γκασκόν, που είναι σαρωτική στο πέρασμα της -εκμεταλλευόμενη τις θηλυκές δυσμορφίες της φύσης και της επεμβατικής ιατρικής-, η πραγματική έκπληξη της ταινίας είναι η Ζόε Σαλντάνα που και υποδύεται στα ισπανικά με πρόζα, τραγούδι και χορό, και μέσα από παρακαμπτήριές οδούς θέτει εξίσου σημαντικά θέματα με αυτά της ηρωίδας του τίτλου. Ενδιαφέρουσα και η προσπάθεια της Σελένα Γκόμεζ που -ευτυχώς- φαλτσάρει σαν αποκολλημένη χαλκομανία από την ιλουστρασιόν εικόνα της ποπ-σταρ.
CONCLAVE
O Καρδινάλιος Λόρενς θα κληθεί να συντονίσει την ψηφοφορία εκλογής του νέου Πάπα, όπου αρχικά 4 και εν συνεχεία 5 υποψήφιοι παλεύουν για το ανώτερο αξίωμα της καθολικής εξουσίας. Όταν τα μυστικά και οι ίντριγκες των υποψηφίων έρθουν στο φως, καμία εξομολόγηση δεν είναι ικανή να προσφέρει την εικόνα της αγιοσύνης σε αυτούς καθώς τα προσόντα και οι προσφορές τους στο αξίωμα που επιθυμούν, στη μεγάλη τους εικόνα προβάλλονται με το υδατογράφημα «ουδείς αναμάρτητος».
Δείτε την Παπική εξουσία με όρους Άγκαθα Κρίτσυ και Τζέιμς Μποντ. Όπως και στην «Αμφιβολία», έτσι και στο «Κονκλάβιο», το ζητούμενο είναι η έρευνα των στοιχείων και η ηθική εξυγίανση όσων βάλλουν τη μεγάλη εικόνα. Αν εξαιρέσεις το, στις χολυγουντιανές υποταγές, τέλος της ταινίας (πιθανολογώ, σεναριακή υποταγή στο βιβλίο), η ταινία «Κονκλάβιο» ξέρει να κορυφώνει ασταμάτητα την αγωνία εκμεταλλευόμενη στο έπακρο την ερμηνευτική απλότητα των αφοπλιστικών ματιών του Ρέιφ Φάινς. Αντίστοιχη «νάρκη» έτοιμη να εκραγεί η σύντομη αλλά καταλυτική ερμηνεία της Ιζαμπέλα Ροσελίνι.
THE BEGINNING
Στα ορεινά της Γεωργίας, η τοπική κοινότητα των Μαρτύρων του Ιεχωβά, δέχεται επίθεση από ντόπιους φαντικούς χριστιανούς. Η Γιάνα, σύζυγος του ηγέτη της αίρεσης (ερμηνευμένη από τη συγκλονιστική Ία Σουκιτασβίλι), βρίσκεται στο επίκεντρο της σύγκρουσης και σταδιακά καταρρέει, προσπαθώντας να εκλογικεύσει τις πραγματικές της επιθυμίες. Το πολυβραβευμένο ντεμπούτο της Ντέα Κουλουμπεγκασβίλι, ένα ριζοσπαστικό, ασυμβίβαστο, απαιτητικό φιλμ γυρισμένο σε 35 χιλιοστά, έφερε την Γεωργιανή δημιουργό στην πρώτη γραμμή της σύγχρονης κινηματογραφικής πρωτοπορίας, καταξιωμένο ήδη ως ένα χαμηλόφωνο, μινιμαλιστικό αριστούργημα για το σινεμά του 21ου αιώνα.
RED ONE
Κυνηγός επικηρυγμένων χωρίς ηθικούς κανόνες, υποβοηθά στην απαγωγή του «Κόκκινου» δηλαδή του Άγιου Βασίλη.
Το «Red One» είναι μια άβολη κωμωδία, όσο άβολο είναι να υποκύπτουμε στο χριστουγεννιάτικο πνεύμα σχεδόν δύο μήνες πριν τη γιορτινή μέρα. Λιγότερο αμήχανος, (με μια εσάνς «στα αντίδια μου») αισθάνεσαι με τον Τζ. Κ. Σίμονς, που -φαντάζομαι- προσδοκούσε καθημερινά να τελειώσει το γύρισμα να πάει σπίτι του. Όλο το άλλο με τα φριχτά 3D ζώα και την ξέχειλη ανοησία σε κάνει να περιμένεις την Πρωτοχρονιά για να μην ξανακούσεις έστω για ένα χρόνο τη λέξη «Χριστούγεννα».
Ο Τζέικ Κάσνταν (σκηνοθέτης της ταινίας) πρέπει να ήταν στη λίστα με τα κακά παιδάκια, ώστε η ευχή του «να σκηνοθετήσει ένα μπλοκμπάστερ» να πραγματοποιηθεί αλλά να αξιοποιηθεί ως τιμωρία σε άλλα κακά παιδάκια που ζήτησαν ως δώρο γιορτών να πάνε στον κινηματογράφο. Και είναι λυπηρό που, ούτε ο Άγιος Βασίλης, ούτε ο Όσιος ρεζίλης, κοκκινίζουν από τη ντροπή τους για αυτή τη γιορτινή άμβλωση που απαιτεί να σταθεί στα πόδια της σε ρόλο πρωταγωνιστή στις οθόνες.
PARTHENOPE
Στην παρακάτω κριτική θα χρησιμοποιήσω αρκετές από τις σκέψεις ενός φίλου που περιέγραψε καλύτερα από τον καθένα, όχι μόνο την αίσθηση που σου αφήνει η «Παρθενόπη», αλλά και την ουσία (ευχαριστώ Γιώργο!).
Το «Παρθενόπη» είναι το φεμινιστικό, Napolitana παραπλήρωμα του «Η Τέλεια Ομορφιά». Στο δεύτερο μισό, ο κόσμος του σινεμά «ξερνάει» την ηρωίδα (η πρωτοεμφανιζόμενη στη μεγάλου μήκους Τσελέστε Ντάλα Πόρτα, βγάζει μάτια), που αίρει τις αμαρτίες του κόσμου της Νάπολης και, όχι αλώβητη ψυχικά, βρίσκει τη φυσική θέση της στην academia της γενέτειράς της – και στο τελευταίο εικοσάλεπτο την αειθαλή καίτοι γερασμένη faccia con figura της Στεφάνια Σαντρέλι.
Ένας -ως συνήθως εκπληκτικός- Σίλβιο Ορλάντο (προσέξτε την αποκάλυψη που ενώνει τις τελείες από μια αξέχαστη υποπλοκή του «The New Pope» του δημιουργού μέχρι τη «Φάλαινα» του Αρονόφσκι), ένα σεξουαλικά (και όχι μόνο) βλάσφημο αντικληρικαλικό θαύμα στην καρδιά του πολιούχου Σαν Τζενάρο (Βατικανό, φρίξε!), δύο σεκάνς ανθολογίας με υπόκρουση τραγούδια του Έντζο Αβιτάμπιλε (ο Πορτοκάλογλου της γείτονος), το eye candy γκαρνταρόμπας του Άντονι Βακαρέλο (επικεφαλής του οίκου Σεν Λοράν) και οι εκατοντάδες «μούρες» ερασιτεχνών κομπάρσων (προϊόν μαζικού κάστινγκ του δρόμου κατά τη μέθοδο του Φελίνι) μνημειώνουν αυτή την τελευταία ελεγεία του τρυφηλότερου καλλιτεχνικού πνευματικού τέκνου τού Φεντερίκο πάνω στο ισόβια τραυματικό τίμημα των -έστω, στιγμιαίων- ολισθημάτων τού dolce far niente αυτοδίκαιου μιας απενοχοποιημένα διανοουμενίστικης ύπαρξης.
Στο «Παρθενόπη» πετάξτε το «παρθέν» και δείτε από την «οπή» της κλειδαρότρυπας, ένα βουαγιεριστικό ύμνο στην ομορφιά, που στο καθρέφτισμα του, αυτό το «κάτι αυτάρεσκο» άλλοτε πλανά και άλλοτε ταξιδεύει. Πρόκειται για τη δεύτερη ταινία (μετά το «Χέρι του Θεού»), που ο Πάολο Σορεντίνο κατεβαίνει στον ιταλικό Νότο, στην πατρίδα του, τη Νάπολη, για να γράψει μια επιστολή αγάπης. Υπάρχουν μουτζούρες και ψεύτικα δάκρυα στις αραχνούφαντες σελίδες του, το γραμματόσημο όμως δεν έχει κολλήσει καλά και κάτω από τη σφραγίδα διαβάζεις ισχνά το όνομα του αποστολέα.
TERRIFIER 3
Θα μπορούσε να είναι μια φρικιαστική παράφραση του «Χριστουγεννιάτικου Εφιάλτη», με τον Terrifier στο ρόλο του Τζακ, να ψάχνει το νόημα των Χριστουγέννων. Μην τσιμπάτε, δεν είναι τόσο ψαγμένο! Προσωπικά ενώ αγαπώ το είδος, το βρήκα χαμένο χρόνο, με ψευδο-χιούμορ υποτιθέμενης αποσυμφόρησης του τρόμου που σε καμία περίπτωση δεν εισχωρεί, όπως ο Φρέντυ Κρούγκερ, στους εφιάλτες σου.
Τρίτο μέρος ταινίας να κάνει πρεμιέρα στις μεγάλες οθόνες της χώρας μας, χωρίς να έχουν προηγηθεί κινηματογραφικές προβολές των άλλων δύο, νομίζω ότι μόνο το «Terrifier 3» και «High School Musical 3» έχουν κάνει. Το hype του τελευταίου μέρους της εμετικής τριλογίας προσκαλεί το κοινό στο σύμπαν ενός μανιακού βελζεβούλη που τσεκουριάζει αφειδώς ότι έχει κόκκαλα και ανθρώπινη σάρκα· και είναι άξιο μελέτης ότι αυτό το slasher ίσως θα υποδεχτεί θεατές που αγνοούν τις δύο προηγούμενες ταινίες, σα να έχει αυτονομία ο θρύλος και να επιτρέπει στο εν δυνάμει κοινό να υποκλιθεί, πλήρως απενοχοποιημένο, στο gore που προσφέρεται αφειδώς με ξέχειλη αηδία και ενόχληση, σε αγιοβασιλιάτικη συσκευασία. Δυστυχώς ο ίδιος ο Terrifier δεν έχει την πλάκα που νομίζει ότι έχει και αναλώνεται απλά σε μούτες Μαρσέλ Μαρσώ. Αν κάτι αξίζει να κρατήσετε είναι ότι ενώ δεν ήταν του απολύτως γούστου μας τα tik-tok trends μέτριων ταινιών που γιγαντώνουν τον μύθο τους από click σε like, σε μια εποχή που όλα υπάγονται στους κανόνες της πολιτικής ορθότητας, αυτή η ταινία γίνεται άλλοθι για να ξεκινήσει μια κουβέντα σχετικά με το «φρένο» και τα «όρια» στα θέλω του κοινού. Να πούμε πάντως ότι η σκηνή στο μπάνιο είναι ανθολογίας για το είδος.
Το «Terrifier 3» είναι ένα torture porn χωρίς πραγματικό στόχο. Θυμίζει τον μαθητή του σχολείου που θριαμβεύει στον αθλητισμό και τα αστεία του -μέτρια και αυτά- ικανοποιούν αποκλειστικά την μετρίων προσδοκιών και αισθητικής παρέα του. Εν κατακλείδι, είναι μια εμετική χριστουγεννιάτικη ταινία (στο πνεύμα του halloween) που αφήνει το γαϊδουράγκαθο της να ανθίσει ανάμεσα στις κοπριές και τα ξερατά.
Πηγή: ertnews.gr