Κλιματική αλλαγή: Η πανδημία δείχνει τον δρόμο για την αντιμετώπιση των συνεπειών
Η κλιματική αλλαγή είναι εδώ και το φετινό καλοκαίρι στην Ελλάδα, αλλά και στην λεκάνη της Μεσογείου, έδειξε για τα καλά τα δόντια της, φέρνοντας στο προσκήνιο εικόνες από το μέλλον που δεν είναι καθόλου ευχάριστες.
Η έλλειψη νερού και οι παρατεταμένοι καύσωνες έχουν ως αποτέλεσμα πολλά προϊόντα όχι μόνο να εμφανίζονται ακριβά στα ράφια των καταστημάτων, αλλά και να αρχίζουν να παρουσιάζουν ζήτημα επάρκειας.
Ένα στοιχείο που ίσως ελάχιστοι έχουν αναγνωρίσει ως προς τη σοβαρότητά του είναι ότι οι καιρικές συνθήκες σε ένα μέρος του πλανήτη μπορεί να επηρεάσουν σημαντικά ένα άλλο μέρος, ακόμα κι αν βρίσκεται στην άλλη άκρη του κόσμου.
Μάλιστα, σε πρόσφατη ανάλυση, το περιοδικό TIME δείχνει ότι το πρόβλημα της κλιματικής αλλαγής είναι παγκόσμιο και επηρεάζει τους πάντες. Αναφέρει ότι η αντίδραση της παγκόσμιας κοινότητας κατά την πανδημία μπορεί να προσφέρει το παράδειγμα για την αντίδραση που πρέπει να έχει ο πλανήτης στην νέα… «πανδημία», που αυτή τη φορά ονομάζεται κλιματική αλλαγή.
Η λύση, σύμφωνα με το TIME, απαιτεί μια ριζική επανεξέταση της προσέγγισης για την οικοδόμηση ανθεκτικότητας στις αλυσίδες εφοδιασμού τροφίμων.
Όπως σημειώνεται χαρακτηριστικά: «Χρειαζόμαστε μια παγκόσμια, συλλογική προσπάθεια που να είναι προληπτική και όχι αντιδραστική. Παράδειγμα προς μίμηση είναι η επένδυση της Αιθιοπίας σε καλλιέργειες ανθεκτικές στην ξηρασία, η οποία αύξησε τις αποδόσεις κατά 40% και βελτίωσε την επισιτιστική ασφάλεια, αποδίδοντας 2 έως 4 δολάρια για κάθε 1 δολάριο που δαπανάται.
Η συνεργασία, όπως δείχνει η ανάπτυξη 5 δισεκατομμυρίων εμβολίων κατά του Covid μέσα σε 18 μήνες, μπορεί να επιφέρει θετικά αποτελέσματα και για την επισιτιστική κρίση. Η παγκόσμια συνεργασία, και όχι η απομονωτική νοοτροπία, είναι ζωτικής σημασίας για την αντιμετώπιση αυτής της πρόκλησης».
Νέα προσέγγιση
Πολιτικές όπως το nearshoring (μετεγκατάσταση αλυσίδων εφοδιασμού σε γειτονικές χώρες) ή το friendshoring (μετεγκατάσταση σε συμμαχικά έθνη) μπορεί να είναι χρήσιμες για άλλες βιομηχανίες, αλλά δεν επαρκούν για τα τρόφιμα. Πιπεριές Sriracha δεν μπορούν να καλλιεργηθούν στη Μινεάπολη και αβοκάντο δεν μπορούν να αναπτυχθούν στον Καναδά, ανεξαρτήτως της χώρας προέλευσης.
Στην ανάλυσή του, το περιοδικό TIME εξετάζει την επίδραση της κλιματικής αλλαγής σε προϊόντα όπως το ελαιόλαδο και τη σοκολάτα. Συγκεκριμένα, η σοβαρή ξηρασία στη Μεσόγειο έχει μειώσει την παραγωγή ελιάς στην Ισπανία κατά 40%, προκαλώντας αύξηση των τιμών κατά 27% για τους Αμερικανούς καταναλωτές τον Ιούνιο.
Συγχρόνως, οι τιμές για ορισμένες σοκολάτες, όπως η Freddo της Cadbury, έχουν αυξηθεί κατά 200% φέτος στην Αυστραλία, με παρόμοιες αναμενόμενες αυξήσεις και στις αγορές των ΗΠΑ, λόγω των ακραίων καιρικών συνθηκών που πλήττουν τους μικροκαλλιεργητές κακάο στη Γκάνα και την Ακτή Ελεφαντοστού.
Το περιοδικό προτείνει ότι η διεθνής συνεργασία για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής θα μπορούσε να είναι το κλειδί για την επίλυση του προβλήματος, χρησιμοποιώντας την επιτυχή συνεργασία για το εμβόλιο κατά του Covid ως παράδειγμα.
Η σημασία των εφοδιαστικών αλυσίδων
Οι εφοδιαστικές αλυσίδες τροφίμων, οι οποίες είναι από τις πιο κρίσιμες παγκοσμίως, αντιμετωπίζουν σοβαρές προκλήσεις από την κλιματική αλλαγή, όπως ακραία καιρικά φαινόμενα, άνοδο της θερμοκρασίας και λειψυδρία, τα οποία επηρεάζουν την απόδοση και την ποιότητα των καλλιεργειών.
Καταστροφές σε χώρες παραγωγής σιταριού, όπως η Αργεντινή, επιβαρύνουν επίσης βασικά προϊόντα διατροφής, όπως δημητριακά, ζυμαρικά και ψωμί. Οι τιμές του σιταριού έχουν παρουσιάσει μεγάλες διακυμάνσεις από το 2021 και μετά, λόγω της ξηρασίας στην Αργεντινή και του πολέμου στην Ουκρανία, με τις εταιρείες τροφίμων να αυξάνουν προληπτικά τις τιμές.
Η αντίκτυπος των μέτρων προστασίας
Πολλές κυβερνήσεις καταφεύγουν στη λήψη μέτρων προστασίας για να προασπίσουν τα εθνικά τους συμφέροντα. Ωστόσο, αυτά τα μέτρα συχνά επιτείνουν το πρόβλημα, προκαλώντας αυξήσεις τιμών που πλήττουν δυσανάλογα τους καταναλωτές με χαμηλότερο και μεσαίο εισόδημα. Οι αγρότες, που είναι και καταναλωτές, βρίσκονται σε δύσκολη θέση, δαπανώντας περισσότερα χρήματα για τρόφιμα από όσα κερδίζουν από την καλλιέργεια.