Βυζαντινά και μεταβυζαντινά μνημεία της Θεσσαλονίκης
Η Θεσσαλονίκη είναι από τις λίγες πόλεις στον κόσμο με 15 μνημεία ενταγμένα στον κατάλογο της UNESCO, ως μνημεία παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς, τα οποία χρονολογούνται από τα παλαιοχριστιανικά χρόνια (4ος αι. μ.Χ.) έως και την Υστεροβυζαντινή περίοδο (13ος-14ος αι.), δήλωσε στην ΕΡΤ3 η Ελισάβετ Τσιγαρίδα, Προϊσταμένη της Εφορείας Αρχαιοτήτων Πόλης Θεσσαλονίκης. Στα μνημεία αυτά περιλαμβάνονται τα βυζαντινά τείχη της πόλης, η Ροτόντα, η Αχειροποίητος, ο Άγιος Δημήτριος, ο ναός του Οσίου Δαυίδ, η Αγία Σοφία, η Παναγία Χαλκέων, ο ναός του Αγίου Παντελεήμονα, οι Άγιοι Απόστολοι, ο Άγιος Νικόλαος ο Ορφανός, η Αγία Αικατερίνη, ο ναός του Σωτήρος, η Μονή Βλατάδων, ο Προφήτης Ηλίας και τα βυζαντινά λουτρά, πρόσθεσε.
Στόχος μας είναι η ενοποίηση ως έκθεμα των τειχών που περιστοιχίζουν την πόλη, η αναστήλωση και ανάδειξή τους, τόνισε η Φλώρα Καραγιάννη, Διευθύντρια του Ευρωπαϊκού Κέντρου Βυζαντινών & Μεταβυζαντινών Μνημείων . Ήδη έχουν αναστηλωθεί σε μεγάλο βαθμό τα ανατολικά τείχη και τώρα η προσοχή μας στρέφεται στα δυτικά, συμπλήρωσε.
Η Θεσσαλονίκη, όπως προκύπτει από ιστορικές μαρτυρίες, περιτειχίστηκε αμέσως μετά την ίδρυσή της από το βασιλιά της Μακεδονίας Κάσσανδρο, το 315 π.Χ. Τα τείχη έσωσαν τη Θεσσαλονίκη τον 1ο π.Χ. αιώνα, όταν βάρβαρα Θρακικά φύλα πολιόρκησαν την πόλη. Τα κυριότερα όμως οχυρωματικά έργα στη Θεσσαλονίκη έγιναν επί αυτοκράτορα Μ. Θεοδοσίου (379-395 μ.Χ.). Τα τείχη της Θεσσαλονίκης σχημάτιζαν ένα τετράπλευρο με δύο κάθετες προς τη θάλασσα πλευρές (ανατολικό και δυτικό τείχος) και δύο παράλληλες (παραθαλάσσιο τείχος και τείχος της Ακρόπολης, στο λόφο). Είχαν ύψος, κατά μέσο όρο, 10-12 μ. και ανάπτυγμα 8 περίπου χιλιόμετρα. Μέχρι το 1869 η Θεσσαλονίκη περιβαλλόταν από τα βυζαντινά της τείχη. Αμέσως μετά ένα μεγάλο τμήμα των τειχών κατεδαφίστηκε από τους Τούρκους στην προσπάθειά τους να εξωραΐσουν την πόλη.
Ο ιερός ναός του Αγίου Νικολάου του Ορφανού βρίσκεται στη συνοικία της Άνω Πόλης Θεσσαλονίκης, κοντά στα ανατολικά τείχη, ανάμεσα στις οδούς Αποστόλου Παύλου και Ηροδότου. Άλλοτε ήταν Καθολικό Μονής, από την οποία σώζεται επίσης μικρό τμήμα της εισόδου του προπύλου της, δήλωσε στην ΕΡΤ3 η αρχαιολόγος Πέλλη Μάστορα.
Οι πλούσιες τοιχογραφίες του ναού είναι πραγματικά αριστουργήματα και αποτελούν τις πληρέστερα διατηρούμενες σε σχέση με άλλους ναούς της Θεσσαλονίκης. Χρονικά τοποθετούνται στα έτη 1310-1320. Μεταξύ αυτών, εκτός από τα πολλά θέματα από τον Βίο του Χριστού, ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχουν τα θέματα του Ακάθιστου Ύμνου και των Βίων του αγίου Νικολάου και του αγίου Γερασίμου του Ιορδανίτη.
Το Βυζαντινό Λουτρό της Θεσσαλονίκης αποτελεί το μοναδικό σωζόμενο λουτρό της μεσοβυζαντινής περιόδου σε ολόκληρη την Ελλάδα, χρονολογείται ανάμεσα στα τέλη του 13ου και στις αρχές του 14ου αιώνα και συγκαταλέγεται στoν κατάλογο των Μνημείων Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO, τόνισε ο βυζαντινολόγος Κωνσταντίνος Ράπτης. Βρίσκεται στη συνοικία Κουλέ Καφέ της Άνω Πόλης, και πιο συγκεκριμένα στην είσοδο της συνοικίας, αρκετά κοντά σε άλλα βυζαντινά μνημεία της πόλης. Λειτούργησε για περίπου επτά αιώνες. Η λειτουργία του συνεχίστηκε ακόμα και την περίοδο της Τουρκοκρατίας, περίοδο κατά την οποία ήταν γνωστό ως «το Λουτρό του Κουλέ Καφέ», αλλά με ορισμένες αλλαγές λόγω των θρησκευτικών παραδόσεων των Μουσουλμάνων.
Το 1952 κηρύχθηκε διατηρητέο μνημείο από το υπουργείο Πολιτισμού, ενώ κατά τη δεκαετία του ’70 έγιναν από την Αρχαιολογική Υπηρεσία ορισμένες διερευνητικές εργασίες που είχαν ως αποτέλεσμα την αποκάλυψη μιας από τις πλευρές του, που λόγω υψομετρικής διαφοράς ήταν στο μεγαλύτερο μέρος της επιχωμένη. Η αναστήλωσή του ολοκληρώθηκε το 2014 από την Εφορεία Αρχαιοτήτων Πόλης Θεσσαλονίκης.
Το Φρούριο του Επταπυργίου, γνωστό και με την οθωμανική ονομασία Γεντί Κουλέ, βρίσκεται στο βορειοανατολικό άκρο των τειχών της Θεσσαλονίκης, εντός της Ακρόπολης. Αποτελείται από δύο ενότητες: το Βυζαντινό φρούριο, το οποίο συνθέτουν δέκα πύργοι με τα μεταξύ τους μεσοπύργια διαστήματα και τον περίδρομο, καθώς και τα νεότερα κτίσματα των φυλακών, που έχουν κτιστεί εντός και εκτός του φρουρίου, σύμφωνα με την Φλώρα Καραγιάννη.
Στη δεκαετία του 1890, το φρούριο μετατράπηκε σε φυλακή. Σε αυτή τη μετατροπή κατεδαφίστηκαν τα υπάρχοντα κτήρια στο εσωτερικό, από τα οποία κανένα ίχνος δεν σώζεται σήμερα. Από τους εφτά πύργους του φρουρίου ο μεσαίος της εισόδου είναι έργο των Τούρκων, του 1431. Χτίστηκε αμέσως μετά την άλωση της πόλης (1430) από κάποιον Τσαούς μπέη. Αυτή η τελευταία προσθήκη είναι ο πύργος του Γεντί Κουλέ, ο οποίος έδωσε το όνομά του σε όλο το φρουριακό συγκρότημα.
Ρεπορτάζ Όλγα Νίκου, Όλγα Δαδίνη, Φρόσω Βαρβάρα
Πηγή: ertnews.gr