Βουλή: Υψηλοί τόνοι στην πρώτη συζήτηση για το νέο δικαστικό χάρτη
Με τον υπουργό Δικαιοσύνης, Γιώργο Φλωρίδη, να κάνει λόγο για «εθνικό στόχο που επιδιώχθηκε με πολλές προσπάθειες και από μεγάλους ηγέτες της χώρας εδώ και 113 χρόνια αλλά δεν ευδοκίμησε», και την αντιπολίτευση να κατηγορεί την κυβέρνηση ότι προχωρά σε «ανισόρροπες, άδικες και βίαιες αλλαγές που τροφοδοτούν κοινωνικές αντιδράσεις με μοναδικό κριτήριο της την άντληση πόρων από το Ταμείο Ανάκαμψης και στη λογική κέρδους -οφέλους», άρχισε στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής, η επεξεργασία του νομοσχεδίου για το νέο δικαστικό χάρτη.
«Ο δικαστικός χάρτης έχει ως βασική προϋπόθεση για τη λειτουργία του, αυτό που επιδιώκουμε επί 113 χρόνια. Την ενοποίηση του πρώτου βαθμού δικαιοδοσίας. Και αυτό σημαίνει ότι οι περίπου 1000 ειρηνοδίκες εισέρχονται στο βαθμό του πρωτοδίκη σε μία παράλληλη επετηρίδα και δικάζουν τις υποθέσεις που καθορίζει το σημερινό σχέδιο νόμου. Μπαίνουν κυριολεκτικά στη μάχη της γρήγορης απονομής δικαιοσύνης 1000 δικαστές», τόνισε χαρακτηριστικά ο κ. Φλωρίδης.
Ταυτόχρονα επιτέθηκε στην Αντιπολίτευση καταλογίζοντας της σκόπιμη παραπλανητική κριτική, γιατί δεν θέλει να μπει στην ουσία ενός πραγματικού μεταρρυθμιστικού νομοσχεδίου.
Ωστόσο, τα πυρά του, ο κ. Φλωρίδης έστρεψε κυρίως προς το ΠΑΣΟΚ, κατηγορώντας το ότι αρνείται να συνδεθεί με την μεταρρυθμιστική προσπάθεια του Ελευθέριου Βενιζέλου, του Ανδρέα Παπανδρέου, του Κώστα Σημίτη και του Γιώργου Παπανδρέου.
«Τα 63 ειρηνοδικεία που είναι στις έδρες των πρωτοδικείων, αυτομάτως συγχωνεύονται με τα υφιστάμενα πρωτοδικεία και στο επίπεδο των δικαστών και στο επίπεδο των δικαστικών υπαλλήλων. Στη συνέχεια υπάρχει ένας αριθμός ειρηνοδικείων που μετατρέπονται σε περιφερειακά πρωτοδικεία και αυτό σημαίνει ότι στις περιοχές εκείνες που στη θέση του ειρηνοδικείου δημιουργούμε ένα περιφερειακό πρωτοδικείο, το σύνολο σχεδόν των υποθέσεων της περιοχής θα δικάζεται εκεί, αυτή είναι η εγγύτητα στην απονομή της δικαιοσύνης σε σχέση με την πολίτη, γιατί σήμερα τα υφιστάμενα ειρηνοδικεία εκδικάζουν υποθέσεις με αντικείμενο μέχρι 20.000 ευρώ και τα περιφερειακά πρωτοδικεία στη θέση των ειρηνοδικείων θα δικάζουν υποθέσεις μέχρι 250.000 ευρώ. ‘Αρα, σχεδόν το σύνολο υποθέσεων κάθε περιοχής που τώρα πήγαινε κάπου αλλού, θα δικάζονται εκεί. Αυτή είναι αποκέντρωση. Η δικαιοσύνη κοντά στον πολίτη.
Ταυτόχρονα, ο επιδιωκόμενος σκοπός στην ταχύτητα απονομής δικαιοσύνης καθίσταται πλέον πιο εφικτός με το γεγονός ότι 1000 δικαστές θα είναι σε πλήρη δικαιοδοτική λειτουργία σε πρώτο βαθμό», τόνισε χαρακτηριστικά ο κ. Φλωρίδης ενώ συνέχισε:
«Ονομάζεται εθνικός στόχος γιατί το λέει η ίδια η ιστορία. Το 1911, επί Ελευθερίου Βενιζέλου, η κυβέρνηση έφερε και ψήφισε το νόμο με τον οποίο νομοθέτησε την κατάργηση του βαθμού του ειρηνοδίκη και των ειρηνοδικείων και την ενοποίηση του πρώτου βαθμού. Ο νόμος δεν εφαρμόστηκε, καταργήθηκε το 1914, ενώ έφερε νέο νόμο το 1931 ο οποίος όμως απεσύρθη. Το 1988, ο Ανδρέας Παπανδρέου, έφερε και ψήφισε το νόμο με τον οποίο επιχειρούσε αυτό που κάνουμε σήμερα εμείς, αλλά δεν εφαρμόστηκε. Το 1999, η κυβέρνηση του Κώστα Σημίτη έφερε στη Βουλή σχέδιο νόμου το οποίο συζητήθηκε στην επιτροπή, και η ΝΔ εξέφραζε την απόλυτη συμφωνία της.
Υπήρξε όμως μία γνωμοδότηση του Αρείου Πάγου που είχε αντίρρηση σε ένα μόνο άρθρο. Η ιστορία λέει ότι ο πρωθυπουργός, Κώστας Σημίτης, ζήτησε από τον υπουργό Δικαιοσύνης, Ευάγγελο Γιαννόπουλο, να προσαρμόσει την διάταξη ώστε να γίνει δεκτή η ψήφισή του με μεγάλη πλειοψηφία αλλά αρνήθηκε και απέσυρε το νομοσχέδιο. Το νομοσχέδιο που συζητάμε σήμερα, είναι ο πυρήνας, γιατί το νομοσχέδιο του 1999 ήταν φυσιολογικά η χρονική εξέλιξη του νόμου του 1988 του Ανδρέα Παπανδρέου, του νόμου του 1934 του Παναγή Τσαλδάρη, των νόμων του Ελευθερίου Βενιζέλου. Αυτή είναι η ιστορική διαδρομή που σημαίνει ότι ηγέτες μεγάλοι, από τους βασικούς μεγάλους πολιτικούς χώρους, όλοι είχαν τον ίδιο σκοπό και τον επιδίωξαν φέροντας στη Βουλή νόμους που κάποιοι ψηφίστηκαν.
Άρα λοιπόν, όταν κάτι τέτοιο επιδιώκεται από τους μεγαλύτερους ηγέτες της χώρας και από όλα τα κόμματα, και μάλιστα σε κρίσιμες στιγμές, με συμφωνία των βασικών κομμάτων και δεν γίνεται κατορθωτό να εφαρμοστεί, σημαίνει ότι αποτελεί ένα εθνικό στόχο που δεν κατάφερε η χώρα μας μέχρι τώρα. Και το ερώτημα που καλούμαστε σήμερα να απαντήσουμε είναι: Μπορούμε 113 χρόνια μετά από τον πρώτο νόμο του Ελευθέριου Βενιζέλου, να ψηφίσουμε ένα νόμο που αφορά το μέλλον της χώρας μας; Η ΝΔ απαντά ναι και οι υπόλοιποι απαντάνε όχι».
Στο σημείο αυτό ο υπουργός Δικαιοσύνης απευθύνθηκε ειδικά στο ΠΑΣΟΚ καλώντας το να επιλέξει αν θα συνδεθεί με τις μεταρρυθμιστικές προσπάθειες των προηγούμενων ηγετών του κόμματός του, ή θα γίνει η πολιτική ουρά του ΣΥΡΙΖΑ.
«Αν έχω ένα ερώτημα προς τις πολιτικές δυνάμεις, κυρίως είναι προς το ΠΑΣΟΚ. Αν το ΠΑΣΟΚ σήμερα αρνείται να συνδεθεί με το 2012 με την κυβέρνηση του Γιώργου Παπανδρέου, που ο υπουργός Δικαιοσύνης Μιλτιάδης Παπαϊωάννου κατήργησε και συγχώνευσε 146 ειρηνοδικεία. Αν το ΠΑΣΟΚ αρνείται να συνδεθεί με τις πρωτοβουλίες της κυβέρνησης του Ελευθερίου Βενιζέλου για το θέμα αυτό, του Ανδρέα Παπανδρέου, του Κώστα Σημίτη και του Γιώργου Παπανδρέου, ή επιλέγει, στα πλαίσια της αντιπολιτευτικής τακτικής του, να γίνει η πολιτική ουρά του ΣΥΡΙΖΑ που στο κάτω-κάτω δεν περίμενα να ακούσω κάτι θετικό από εκεί, καθώς έχει μια συνολική άρνηση που τους κατατάσσει, όχι στον προηγούμενο αιώνα, τον 20ο, αλλά πιο πριν και από τον 19ο αιώνα.
Εκεί πάτε δυστυχώς. Αυτή είναι η ιστορία του θεσμού. Και αν ήθελε κάποιος να δει το σχέδιο του 1999 που ψηφίστηκε στην επιτροπή αλλά αποσύρθηκε, είναι εδώ. Και το ΠΑΣΟΚ, καλό είναι να το μελετήσει και να πει αν ο πυρήνας αυτού του νομοσχεδίου που συζητάμε σήμερα, που ανατρέχει στο 1911 και παίρνει όλη την ιστορική διαδρομή, έχει καμιά σχέση με αυτά που έχουμε ακούσει σήμερα από το ΠΑΣΟΚ. Την παραμικρή σχέση δεν έχει, γιατί η επιλογή του είναι άλλη. Αλλά βεβαίως οι επιλογές όλων μας είναι στην κρίση του ελληνικού λαού», ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Φλωρίδης.
Απαντώντας στη κριτική της αντιπολίτευσης ότι το νομοσχέδιο τροφοδοτεί αντιδράσεις, ο κ. Φλωρίδης αντέτεινε ότι είναι σεβαστές, αλλά δεν αφορούν την ουσία του παρόντος νομοσχεδίου. «Έχουμε μία παραπλανητική συζήτηση εδώ. Υπάρχουν λέει αντιδράσεις. Σεβαστές – αλλά θέλω να τις δούμε στην ουσία τους.
Τι γίνεται με τα πρωτοδικεία τα οποία δήθεν καταργούνται; Σε κάθε νομό έχουμε πρωτοδικείο με έδρα την πρωτεύουσα κατά κανόνα και την διατήρηση του υφιστάμενου πρωτοδικείου σε παράλληλη έδρα με πλήρεις αρμοδιότητες που έχει σήμερα. Το σύνολο των αστικών και ποινικών υποθέσεων που δικάζονται στις παράλληλες έδρες παραμένουν ως έχουν. Δεν αφαιρείται τίποτα. Οι οργανικές θέσεις των δικαστικών υπαλλήλων παραμένουν με το νόμο εκεί.
Αν λοιπόν διατηρούμε το σύνολο των υποθέσεων που δικάζονται σήμερα, ποινικών και αστικών, διατηρούμε το σύνολο των δικαστικών υπαλλήλων και ο δικηγορικός σύλλογος παραμένει ως έχει και οι πολίτες θα συνεχίσουν να εξυπηρετούνται για το σύνολο των υποθέσεων τους σε αυτό το πρωτοδικείο που εξυπηρετούνται σήμερα, παρακαλώ να μου πείτε, πού είναι η αντίρρηση σας; Προς τι λοιπόν η φασαρία; Έχουμε αντιδράσεις, αλλά γνωρίζουν οι πολίτες την ουσία, πως ότι υπάρχει σήμερα θα εξακολουθήσει να υπάρχει;» επεσήμανε ο κ. Φλωρίδης.
Παράλληλα, απέρριψε την κριτική για υποβάθμιση της νησιωτικής χώρα και των παραμεθόριων περιοχών, τονίζοντας χαρακτηριστικά:
«Στη νησιωτική χώρα, όπου υπάρχει ειρηνοδικείο το οποίο μέχρι σήμερα δικάζει μέχρι 20.000 ευρώ υποθέσεις μετατρέπεται σε περιφερειακό πρωτοδικείο που σημαίνει δικάζει υποθέσεις μέχρι 250.000 ευρώ. Αυτό λοιπόν είναι υποβάθμιση ή αναβάθμιση; Στο νησιωτικό χώρο δεν υπάρχει απλώς σεβασμός του νησιωτικού χαρακτήρα αλλά και σημαντική αναβάθμιση των υφισταμένων δικαστικών σχηματισμών».
«Θέλω να αποκαταστήσω τα πράγματα στο αληθινό περιεχόμενο του νομοσχεδίου και όχι σε κάποιο φανταστικό περιεχόμενο. Το περιεχόμενο είναι αυτό. Οι πολιτικές δυνάμεις πρέπει να τοποθετηθούν επί της αρχής, και να απαντήσουν καθαρά αν αποδέχονται την ενοποίηση του πρώτου βαθμού μετά από 113 χρόνια και τόσες προσπάθειες όλων αυτών των πολιτικών ηγετών και των σχηματισμών, ή δεν το δέχονται. Τα υπόλοιπα για τις διευθετήσεις εδώ και εκεί, είναι συζήτηση για να γίνεται. Απαιτείται μια καθαρή θέση σε αυτό που η χώρα επιδιώκει 113 χρόνια διαρκώς», κατέληξε ο κ. Φλωρίδης.
ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ
Από την πλευρά του, ο γενικός εισηγητής του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, Αλέξανδρος Αυλωνίτης, άσκησε δριμύτατη κριτική κατά του νομοσχεδίου, το οποίο, όπως είπε, «ξεσηκώνει θύελλες αντιδράσεων, πολιτών, δικηγόρων και δικαστικών και δημιουργεί κοινωνικούς κραδασμούς», ενώ κατηγόρησε την κυβέρνηση ότι δεν έκανε ουσιαστική διαβούλευση και διάλογο με τις τοπικές κοινωνίες, αλλά και το δικαστικό και δικηγορικό σώμα.
«Η δικαστική εξουσία δεν είναι για πολιτικαντισμούς. Δεν είναι παίξε γέλασε. Είναι πολύ σοβαρή υπόθεση για ένα κράτος δίκαιου. Δυστυχώς, για άλλη μια φορά αποδεικνύεται ότι για εσάς, τα πάντα βασίζονται στα οικονομικά στοιχεία. Ο ισχυρισμός σας για σημαντική μείωση του κόστους απονομής της δικαιοσύνης είναι έωλος, βασισμένος σε μπακαλίστικα στοιχεία που δεν αντέχουν στην λογική», ανέφερε ο κ. Αυλωνίτης.
Ταυτόχρονα επιτέθηκε προσωπικά στον κ. Φλωρίδη, λέγοντας χαρακτηριστικά: «Θα μείνετε στην ιστορία ως ο καταστροφέας του θεσμού των ειρηνοδικείων και ως ο άνθρωπος που δημιούργησε ένα τεράστιο αλαλούμ στον χώρο της δικαιοσύνης».
«Είμαστε απόλυτα αντίθετοι με το νομοσχέδιο το οποίο είναι η επιτομή της προχειρότητας και της έλλειψης διαβούλευσης, δεν αφουγκράζεται τις ανάγκες των τοπικών κοινωνιών, οι αλλαγές του δεν είναι επ’ ωφελεία του λαού, είναι αντίθετο με τη σύγχρονη διεθνή πρακτική και φέρνει βίαιες αλλαγές με ανεδαφικές και ανισσόροπες καταργήσεις και συγχωνεύσεις δικαστηρίων», τόνισε ο εισηγητής του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ και πρόσθεσε:
«Η κατάργηση των ειρηνοδικείων και η συγκεντροποίηση των δικαστικών δομών αποτελεί εγκληματική παρέμβαση στο επί 50ετία και πλέον θεσμικό πλαίσιο. Δεν μπορείτε, με την επίκληση κατά παραγγελία μελέτης από την Παγκόσμια Τράπεζα, ως κυβέρνηση, να πλήττετε βάναυσα την αρχή της εγγύτητας, την κοινωνική ανάγκη για προσιτή δικαιοσύνη»
«Είμαστε απόλυτα αντίθετοι με το νομοσχέδιο αυτό το οποίο αποτελεί την επιτομή της προχειρότητας και της έλλειψης ουσιαστικής διαβούλευσης με αυτούς που υπηρετούν την δικαιοσύνη, κυρίως όμως με τις τοπικές κοινωνίες. Η δικαιοσύνη θέλει στήριξη, όχι συρρίκνωση, και το καταρρακωμένο κράτος δίκαιου δεν αντέχει περαιτέρω υποβάθμιση της χώρας μας.
Αυτό το νομοθέτημα σας οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στο επόμενο βήμα, στην κατάργηση όλων των δικαστικών δομών – και αυτό οι τοπικές κοινωνίες το έχουν καταλάβει απόλυτα», κατέληξε ο κ. Αυλωνίτης.
ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ
Σκληρή κριτική άσκησε και η γενική εισηγήτρια του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, Μιλένα Αποστολάκη, καταλογίζοντας στην κυβέρνηση, «έλλειψη ουσιαστικού διαλόγου και διαβούλευσης με παράγοντες της δικαιοσύνης και των τοπικών κοινωνιών» και χαρακτήρισε «πλαστό και ψευδές το αφήγημα της για μείζονα τομή στην απονομή της δικαιοσύνης», υποστηρίζοντας ότι «στη πραγματικότητα υλοποιεί το προαπαιτούμενο για να εισπραχθούν χρήματα από το Ταμείο Ανάκαμψης».
«Ο πολυδιαφημισμένος, πολυδύναμος εκσυγχρονισμός του επιτελικού κράτους του κ. Μητσοτάκη, εδώ και πέντε χρόνια, δεν σχεδίασε και δεν υλοποίησε τίποτα. Έχουμε ένα νόμο-μακέτα που έχει την σφραγίδα του επιτελικού κράτους, δεν εμφορείται από εκσυγχρονιστική αντίληψη αντίθετα, δείχνει καθεστωτισμό.
Είναι κοινό μυστικό ότι απλά υιοθετήσατε άκριτα κάποιες συστάσεις της Παγκόσμιας Τράπεζας, παντελώς άσχετες με την πραγματικότητα της χώρας μας και με τα δικαστήρια μας. Όλα γίνονται για να πάρουμε τη δόση, τροφοδοτώντας διχαστικούς, αχρείαστους και επικίνδυνους τοπικισμούς, τους οποίους χρησιμοποιείτε αντιδιαστέλλοντας σε αυτούς, το δήθεν μεταρρυθμιστικό σας προφίλ και αφήγημα.
Πρόκειται για ένα μνημείο υποκρισίας και προχειρότητας, ενώ δεν έχουμε καταλάβει ποια είναι τα κριτήρια με τα οποία αποφασίστηκε ποια πρωτοδικεία παραμένουν και ποια θα καταργηθούν», ανέφερε η κ. Αποστολάκη και κατέληξε:
«Το νομοσχέδιο αυτό πιθανότατα, θα αποτελέσει ένα σημείο αναφοράς στο μέλλον, όχι όμως για τους λόγους που προβάλλετε, αλλά ως ένα παράδειγμα προχειρότητας, επιφανειακής και λανθασμένης αντιμετώπισης σοβαρότατων ζητημάτων και ως μνημείο του δόγματος, ‘παίρνουμε τα λεφτά και μετά βλέπουμε’».
ΚΚΕ
«Για απαράδεκτο, αντιδραστικό, αντιλαϊκό νομοσχέδιο που δεν αφήνει περιθώρια παρερμηνειών και αυταπατών για μείωση του κόστους της απονομής δικαιοσύνης ενώ ενθαρρύνει τη συγκρότηση μεγάλων επιχειρηματιών και επενδυτών στα δικαστήρια», μίλησε η ειδική αγορήτρια του ΚΚΕ, Μαρία Κομνηνάκα, ζητώντας την απόσυρση του.
«Το κλείσιμο και η συρρίκνωση των ειρηνοδικείων οδηγεί σε μεγαλύτερη ταλαιπωρία, ακριβότερη απονομή δικαιοσύνης για τα λαϊκά νοικοκυριά, πιο ελαστικές εργασιακές σχέσεις. Οι διατάξεις που φέρνετε έχουν ταξικό πρόσημο.
Ως κόμμα, εναντιωνόμαστε συνολικά στις απαράδεκτες συγχωνεύσεις και καταργήσεις δικαστηρίων, που θα ορθώσουν ακόμα ένα εμπόδιο για τα λαϊκά στρώματα στην πρόσβαση τους στην ήδη πανάκριβη δικαιοσύνη. Ζητάμε να αποσυρθεί το νομοσχέδιο, που μεταξύ άλλων δημιούργησε άγονες αντιπαραθέσεις και ανταγωνισμούς μεταξύ των διαφόρων γειτονικών περιοχών που ερίζουν για την έδρα των πρωτοδικείων», υπογράμμισε η κ. Κομνηνάκα.
Ελληνική Λύση
Ο ειδικός αγορητής της Ελληνικής Λύσης, Παύλος Σαράκης, τόνισε ότι «είναι αδιανόητο η κυβέρνηση να νομοθετεί κατόπιν απαιτήσεων της Παγκόσμιας Τράπεζας», και αμφισβήτησε ότι θα επιτευχθούν οι στόχοι για ταχύτερη και ποιοτικότερη απονομή δικαιοσύνης.
«Το νομοσχέδιο αυτό είναι δείγμα προχειρότητας, που υποβαθμίζει τη λειτουργία της δικαιοσύνης και χωρίζει την πατρίδα μας σε περιοχές προνομιούχες και μη. Θα πρέπει το κριτήριο να είναι η αύξηση προσβασιμότητας των πολιτών στη δικαιοσύνη. Και αν πραγματικά θέλουμε την αναβάθμισή της, θα πρέπει να αξιοποιήσουμε τα κονδύλια που εισέρχονται για την βελτίωση της ελληνικής κοινωνίας.
Αυτό το νομοσχέδιο δεν είναι βήμα προς τα εμπρός, αλλά ένα βήμα που μας πηγαίνει δυστυχώς προς τα πίσω, κάτω από μία πίεση, για να εξασφαλίσετε πόρους οι οποίοι όμως δυστυχώς δεν θα πάνε για την βελτίωση της ελληνικής κοινωνίας, αλλά θα πάνε στη τσέπη των κολλητών σας ολιγαρχών επιχειρηματιών, και της οικονομικής σας παρέας», υποστήριξε μεταξύ άλλων ο κ. Σαράκης.
Νέα Αριστερά
Ο ειδικός αγορητής της Νέας Αριστεράς Δημήτρης Τζανακόπουλος, κατηγόρησε την κυβέρνηση, ότι και με αυτό το νομοσχέδιο που φέρνει χωρίς διαβούλευση, υπηρετεί και υλοποιεί την στρατηγική της που έχει βασικό κριτήριο, όχι την επιτάχυνση απονομής της δικαιοσύνης προς όφελος της ελληνικής κοινωνίας αλλά την διευκόλυνση επιχειρηματικών πρότζεκτ.
«Εμείς, ως Νέα Αριστερά, είμαστε κάθετα αντίθετοι στην νεοφιλελεύθερη μεταρρύθμιση την οποία υλοποιεί η κυβέρνηση με το νομοσχέδιο αυτό, και θα δώσουμε μάχη, πέρα από τις τοπικού χαρακτήρα συγκρούσεις που έχει τροφοδοτήσει, για να μην περάσει.
Είναι προφανές και καθαρό, ότι έχει ελάχιστη σχέση με τον τρόπο που λειτουργούν τα δικαστήρια. Έχουμε νομοσχέδιο ισοπέδωσης του ανεξάρτητου δικηγορικού γραφείου και του μαχόμενου δικηγόρου. Αυτή είναι η παράλληλη υπόγεια στρατηγική της κυβέρνησης. Είναι ένα άγριο νεοφιλελεύθερο νομοσχέδιο, με μόνο κριτήριο τη μείωση των δαπανών και την εξυπηρέτηση μεγάλων επιχειρηματικών συμφερόντων. Αποτελεί το πρώτο βήμα για το περαιτέρω κλείσιμο δικαστικών δομών, απορρυθμίζει πλήρως τους όρους εργασίας των δικαστικών υπαλλήλων και ισοπεδώνει το μικρό δικηγορικό γραφείο, δημιουργεί πρωτοδίκες δύο ταχυτήτων και θα οδηγήσει σε χάος και ταλαιπωρία χιλιάδες δικαστικούς και πολίτες», υπογράμμισε ο κ. Τζανακόπουλος.
Νίκη
Ο ειδικός αγορητής της ΝΙΚΗΣ, Γιώργος Αποστολάκης, ανέφερε ότι είναι ένα νομοσχέδιο με βασική φιλοσοφία του κόστους-οφέλους, καταλογίζοντας στη ΝΔ καθεστωτική σκέψη για τη λειτουργία του κράτους δικαίου και στοχευμένη οικονομική αρωγή στα οικονομικά συμφέροντα.
Μίλησε ακόμα για «καιροσκοπισμό» και «συνδικαλιστικό χαμελεοντισμό» και κατέληξε λέγοντας:
«Το υπουργείο Δικαιοσύνης κατέληξε σε ένα νομοσχέδιο χωρίς βασική φιλοσοφία, χωρίς συνέπεια επιδιώξεων, έρμαιο των πιέσεων τοπικών κομματικών συμφερόντων, ένα συνονθύλευμα συντεχνιακών απαιτήσεων δικηγόρων και δικαστών. Είναι ένα νομοσχέδιο του βλέπουμε και κάνουμε, με σκοπό την εκταμίευση πόρων από το Ταμείο Ανάκαμψης. Ένα νομοσχέδιο που τίποτα δεν έχει να προσφέρει για ταχύτερη απονομή δικαιοσύνης, γιατί στην πραγματικότητα ανακυκλώνει το υπάρχον προσωπικό με τις υπάρχουσες ανεπαρκείς υποδομές. Η ΝΙΚΗ το καταψηφίζει απερίφραστα»
Σπαρτιάτες
Κατά του νομοσχεδίου τάχθηκε και ο ειδικός αγορητής των «Σπαρτιατών», Πέτρος Δημητριάδης, σημειώνοντας ότι «προκαλεί αναστάτωση και αντιπαλότητες μεταξύ των τοπικών κοινωνιών».
«Με το παρόν νομοσχέδιο γίνεται μία πρόχειρη απόπειρα χωροταξική στην αναδιάρθρωση των δικαστηρίων. Δεν λαμβάνονται υπόψη η ταλαιπωρία που θα έχουν οι πολίτες, ιδιαίτερα σε απομακρυσμένες περιοχές, αλλά και πως οι ειρηνοδίκες θα μπορούν να εκδικάζουν πολιτικές υποθέσεις για τις οποίες δεν έχουν, ούτε τη γνώση, ούτε την εμπειρία», είπε και συμπλήρωσε:
«Ακολουθεί μία νεοφιλελεύθερη πολιτική που κινείται σε καθαρά επίπεδο εξοικονόμησης πόρων. Έχει καθαρά εισπρακτικό και δημοσιονομικό χαρακτήρα και δεν λαμβάνει υπόψη την ασφάλεια του δικαίου και την πρόσβαση του πολίτη στη δικαιοσύνη ενώ θα δημιουργήσει μία υδροκέφαλη δικαιοσύνη και είναι αμφίβολο αν θα ανταποκριθεί στο σκοπό που η κυβέρνηση λέει ότι έχει – την απονομή γρήγορης δικαιοσύνης».
Την πλήρη αντίθεσή της «στο εκτρωματικό νομοσχέδιο», όπως το χαρακτήρισε, εξέφρασε η ειδική αγορήτρια της Πλεύσης Ελευθερίας, Ελένη Καραγεωργοπούλου, ζητώντας την απόσυρσή του.
«Οι διατάξεις του είναι κατάφωρα άδικες, παράλογες και αντισυνταγματικές για τους ειρηνοδίκες. Η προχειρότητά του και η σπουδή για την ψήφισή του, ουδεμία σχέση έχουν με την αγωνία της κυβέρνησης για την επιτάχυνση της δικαιοσύνης. Η αγωνία της είναι μόνο για την εξασφάλιση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης, οι οποίοι όμως δεν θα καταλήξουν στα κρατικά ταμεία, αλλά στους εργολάβους που θα αναλάβουν το έργο της εφαρμογής του λεγόμενου ‘δικαστικού Καλλικράτη’», ανέφερε η κ. Καραγεωργοπούλου.
Πλεύση Ελευθερίας
«Θα ορθώσει νέα εμπόδια στην πρόσβαση των πολιτών στη δικαιοσύνη, θα στερήσει από τους κατοίκους πολλών πόλεων της χώρας την άμεση πρόσβασή τους. Το κριτήριο σύμφωνα με το οποίο σχεδιάζεται αυτή η αναμόρφωση, είναι αυτό του κόστους-οφέλους και η εξοικονόμηση πόρων, τείνοντας σε μία λογική επιχειρηματικής λειτουργίας όπου τα πάντα υποτάσσονται, με ομπρέλα την επιτάχυνση της δικαιοσύνης. Είμαστε σαφώς κατά των διατάξεων που συρρικνώνουν τα ανθρώπινα δικαιώματα» κατέληξε η ειδική αγορήτρια της Πλεύσης Ελευθερίας.
Από την πλευρά της, η εισηγήτρια της ΝΔ, Κατερίνα Παπακώστα, χαρακτήρισε το νομοσχέδιο ως «μία από τις εμβληματικότερες μεταρρυθμίσεις, που στόχο έχει τον εξορθολογισμό στη βάση του, του δικαιοδοτικού συστήματος της χώρας και την διαμόρφωση ενός σύγχρονου προσώπου της δικαιοσύνης».
«Είναι ένα ιστορικό ορόσημο που στοχεύει στο κράτος δικαίου, στην εδραίωση ενός πιο ορθολογικού, δίκαιου, αποδοτικού, διαφανούς και πιο αξιόπιστου δικαιοδοτικού συστήματος», σημείωσε η κ. Παπακώστα.