Σουδάν: Ο ξεχασμένος πόλεμος – Ένα χρόνο μετά καμία ορατή έξοδος από την κρίση
Πριν από έναν χρόνο οι δύο στρατηγοί που μοιράζονταν την εξουσία στο Σουδάν ξεκίνησαν να πολεμούν. Από τότε η κατάσταση στη χώρα είναι ζοφερή: λιμός, εκτοπισμοί, σεξουαλική και εθνοτική βία, τονίζουν ειδικοί και εργαζόμενοι σε ανθρωπιστικές υπηρεσίες, χωρίς να είναι ορατή μία διέξοδος από την κρίση.
Για τον ΟΗΕ, το Σουδάν, μια από τις πιο φτωχές χώρες παγκοσμίως ακόμη και πριν από το ξέσπασμα του πολέμου, είναι αντιμέτωπο με «μια από τις χειρότερες ανθρωπιστικές καταστροφές, τη χειρότερη κρίση εκτοπισμού και σύντομα τη χειρότερη κρίση λιμού παγκοσμίως».
Από τις 15 Απριλίου 2023, όταν ξεκίνσαν οι συγκρούσεις στο Χαρτούμ μεταξύ του στρατού υπό τον στρατηγό Άμπντελ Φάταχ αλ Μπουρχάν και των παραστρατιωτικών Δυνάμεων Ταχείας Υποστήριξης (ΔΤΥ) του στρατηγού Μοχάμεντ Χαμντάν Νταγκλό, έχουν σκοτωθεί χιλιάδες άνθρωποι. Από αυτούς 10.000 με 15.000 μόνο σε μία πόλη του Νταρφούρ, σύμφωνα με τον ΟΗΕ. Εξίμισι εκατομμύρια άνθρωποι έχουν αναγκαστεί να εκτοπιστούν και σχεδόν δύο ακόμη εκατομμύρια έχουν εγκαταλείψει τη χώρα.
Από τα 48 εκατομμύρια Σουδανούς, τα 18 εκατομμύρια ζουν σε κατάσταση οξείας επισιτιστικής ανασφάλειας, με εκατοντάδες γυναίκες και παιδιά να κινδυνεύουν να πεθάνουν από την πείνα. Την ίδια ώρα οι εργαζόμενοι σε οργανώσεις αρωγής νιώθουν ανήμποροι καθώς από τη μία δεν εκδίδονται άδειες εισόδου στη χώρα και από την άλλη όση βοήθεια καταφέρνει να εισέλθει στο Σουδάν είτε λεηλατείται είτε δεν μπορεί να φτάσει σε όσους την έχουν ανάγκη καθώς πολλές περιοχές είναι αποκομμένες λόγω των συγκρούσεων.
Ο γεωργικός τομέας της χώρας, όπου εργαζόταν η πλειονότητα των ανθρώπων στον σιτοβολώνα της Αφρικής, έχει καταστραφεί. Τα λίγα εργοστάσια της χώρας έχουν βομβαρδιστεί, το σύστημα υγείας δεν υπάρχει πλέον και το κράτος αναφέρει ότι έχει χάσει το 80% του προϋπολογισμού του.
Το μόνο που μένει στους πολίτες είναι οι «επιτροπές αντίστασης», ομάδες που σχηματίζονται ανά συνοικία και προσφέρουν πρώτες βοήθειες και συσσίτιο χάρη σε έναν στρατό εθελοντών και στις δωρεές από Σουδανούς μετανάστες στο εξωτερικό.
«Τίποτα δεν δείχνει ότι βαίνουμε προς το τέλος του πολέμου», ενώ «ο δρόμος της ανοικοδόμησης του κράτους θα είναι μακρύς και δύσκολος», προειδοποιεί ο ερευνητής Άλεξ ντε Βάαλ.
Οι ανακοινώσεις για τα νέα εδαφικά κέρδη που καταγράφουν και οι δύο πλευρές δεν παραπλανούν κανέναν. «Με τα αδύναμα και εξαντλημένα στρατεύματά τους, εξαιτίας των δυσκολιών ανεφοδιασμού, κάθε νίκη είναι αδύνατη», διαβεβαιώνει ο δημοσιογράφος Μοχάμεντ Λατίφ.
Αδύνατη νίκη
Οι ΔΤΥ ελέγχουν μεγάλες περιοχές του Σουδάν, κυρίως στο Χαρτούμ και το Νταρφούρ αλλά και στα δυτικά.
Ο στρατός από την πλευρά του, μόνος κυρίαρχος των αιθέρων, βομβαρδίζει με τα αεροπλάνα του χωρίς να καταφέρνει να σημειώσει κέρδη επί του πεδίου καθιστώντας την προοπτική «μιας οριστικής νίκης αδύνατη», σύμφωνα με πρώην αξιωματικό του στρατού που ζήτησε να διατηρήσει την ανωνυμία του.
Σε αυτό τον πόλεμο οι άμαχοι είναι τα πρώτα θύματα: όσοι δεν έχουν σκοτωθεί ή χάσει τις περιουσίες τους, είδαν τις ΔΤΥ να καταλαμβάνουν τα σπίτια τους. Τώρα ο στρατός κάνει το ίδιο στην Ομντουρμάν, δίδυμη πόλη του Χαρτούμ, την οποία μόλις ανέκτησε ο στρατός από τους παραστρατιωτικούς, καταγγέλλει η επιτροπή δικηγόρων.
Η συλλογικότητα αυτή, όπως και δεκάδες άλλες, αλλά και οι διεθνείς ΜΚΟ και ο ΟΗΕ, καταγράφει σειρά ωμοτήτων που διαπράττουν και οι δύο πλευρές εις βάρος ανδρών που δολοφονούνται λόγω της φυλής τους, εις βάρος γυναικών θυμάτων «σεξουαλικής βίας που χρησιμοποιείται ως όπλο πολέμου» ή εις βάρος παιδιών που στρατολογούνται με τη βία.
Χωρίς ποτέ η κρίση στο Σουδάν να έχει καταφέρει να τραβήξει την προσοχή της παγκόσμιας κοινής γνώμης.
Ο ΟΗΕ δεν συγκεντρώνει παρά μικρό ποσοστό των χρημάτων τα οποία ζητεί και η διεθνής κοινότητα πολύ γρήγορα σταμάτησε να προσπαθεί να φέρει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων τους δύο στρατηγούς.
Παράλληλες ομάδες διαπραγμάτευσης από την Αφρικανική Ένωση ως την ομάδα των χωρών της Ανατολικής Αφρικής Igad, τον Αραβικό Σύνδεσμο ή τις ΗΠΑ δεν έχουν ενώσει μέχρι στιγμής τις δυνάμεις τους. Οι ΗΠΑ ανακοίνωσαν νέο ραντεβού στις 18 Απριλίου, αλλά ήδη ο στρατός εξέδωσε εντάλματα σύλληψης εις βάρος των πιθανών πολιτικών συνομιλητών του.
Ο Άλεξ ντε Βάαλ σημειώνει ότι «δεν θα έπρεπε να είναι δύσκολο να υπάρξει συναίνεση στο γεγονός ότι η κατάρρευση του Σουδάν δεν είναι προς το συμφέρον κανένα».
Η παράλληλη σύγκρουση
Για τον πολιτικό σχολιαστή Χάλεντ αλ Τιζάνι, «η φύση αυτού του πολέμου καθιστά τα πράγματα απρόβλεπτα: εκτός από τους δύο στρατηγούς, συγκρούονται διάφορα ξένα συμφέροντα».
Τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα – η χώρα που αγοράζει τον περισσότερο χρυσό από το Σουδάν—στηρίζουν τις ΔΤΥ. Η Αίγυπτος αντίθετα στηρίζει τον στρατό. Οι Ρώσοι της παραστρατιωτικής οργάνωσης Wagner εκπαιδεύουν και βοηθούν τις ΔΤΥ εδώ και καιρό, όπως και ο Λίβυος στρατάρχης Χαλίφα Χάφταρ. Η Σαουδική Αραβία, αποφασισμένη να επιβληθεί ως περιφερειακός ηγέτης, έχει προσπαθήσει επανειλημμένα να συμβάλει στην εξεύρεση λύσης μέσω της διπλωματίας, χωρίς επιτυχία.
Ειδικοί καταγγέλλουν τον ρόλο του Ιράν, πρώην συμμάχου του δικτάτορα του Σουδάν Όμαρ αλ Μπασίρ, ενώ άλλοι αυτόν της Ερυθραίας και της Αιθιοπίας.
Στο εσωτερικό του Σουδάν οι ισλαμιστές της εποχής του αλ Μπασίρ στηρίζουν δημοσίως τον στρατό, ενώ ομάδες ανταρτών ξαναπήραν τα όπλα τους για να υπερασπιστούν τη φυλή ή τα εδάφη τους.
Η διεθνής κοινότητα – που απομάκρυνε τους πολίτες και τους διπλωμάτες της ήδη από τον Απρίλιο του 2023—απλώς μετρά τα δεινά.
Ο Αμερικανός απεσταλμένος Τομ Περιέλο προειδοποιεί: η εποχή των βροχών που πλησιάζει «ενδέχεται να επιδεινώσει την ανθρωπιστική κρίση», με το Σουδάν να βρίσκεται ήδη στα πρόθυρα κατάρρευσης λόγω «των ενδείξεων λιμού, των φρικτών ωμοτήτων κυρίως εις βάρος γυναικών και παιδιών, των αναγκαστικών στρατολογήσεων».
Ο ΟΗΕ κάνει λόγο για ενδεχόμενη «γενοκτονία» στο Νταρφούρ, το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο για πιθανά «εγκλήματα πολέμου» και «εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας», όμως οι Σουδανοί δεν σταματούν να υπενθυμίζουν ότι 20 χρόνια μετά τον πόλεμο στο Νταρφούρ, ο αλ Μπασίρ ακόμη δεν έχει βρεθεί στη Χάγη για να δικαστεί. Όσον αφορά τους δύο στρατηγούς, αυτοί εμμένουν στις θέσεις τους: «δεν διαπραγματευόμαστε με τρομοκράτες», επαναλαμβάνουν.