Εορτολόγιο: Ποιοι γιορτάζουν σήμερα 25 Φεβρουαρίου
Σήμερα Κυριακή 25 Φεβρουαρίου, σύμφωνα με το εορτολόγιο τιμάται σύμφωνα με την Ορθόδοξη Εκκλησία η μνήμη του Αγίου Ρηγίνου Ιερομάρτυρος και του Αγίου Ταρασίου.
Τα ονόματα που γιορτάζουν σήμερα είναι τα εξής:
Ρηγίνη, Ρηγίνα, Ρεγίνα, Ρεγγίνα, Ρήγισσα, Ρηγούλα, Ρηγίλη, Ρήγω, Ρηγοπούλα, Ρήγας, Ρηγίνος, Ρήγος, Ταράσιος, Ταράσης, Ταρσή, Ταρσώ, Ταρασία και Ταρσίτσα.
Ο Άγιος Ρηγίνος Επίσκοπος Σκοπέλου
Ο Άγιος Ρηγίνος ήταν Ελληνικής καταγωγής. Γεννήθηκε στη Λιβαδειά της Βοιωτίας περί τα τέλη του 3ου με αρχές του 4ου αιώνα. Οι γονείς του ήταν ευσεβείς χριστιανοί, ενώ ο Επίσκοπος Λαρίσης (μετέπειτα Άγιος Αχίλλιος), ο οποίος διακρίθηκε για τη φιλανθρωπική δράση του, υπήρξε συγγενής της οικογένειας. Αυτή η οικογενειακή κατάσταση τον βοήθησε να αποκτήσει σημαντική μόρφωση .Ασχολήθηκε με τη Φιλοσοφία, τη Ρητορική και τη Θεολογία, επιστήμες της εποχής εκείνης.
Το 325, όταν ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Α΄ συγκάλεσε την Πρώτη Οικουμενική Σύνοδο στη Νίκαια της Βιθυνίας, με σκοπό την αποκατάσταση της ειρήνης στα εκκλησιαστικά ζητήματα της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, ο Ρηγίνος ήταν από τους τυχερούς αφού παρακολούθησε τις εργασίες της συνόδου ωε συνοδός των επισκόπων Λαρίσης Αχίλλιο και Τρίκκης Διόδωρο.
Η σύνοδος διήρκεσε από τις 20 Μαΐου έως τις 25 Ιουλίου και υπήρξε καταλυτική για τον Ρηγίνο, τόσο ως προς την εμπειρία όσο και ως προς την απόκτηση περαιτέρω γνώσεων.
Εκείνη την περίοδο ο χριστιανισμός στη Σκόπελο κλονιζόταν από αιρετικούς και ειδωλολάτρες. Ο Επίσκοπος Αχίλλιος αποφάσισε να στείλει εκεί τον Ρηγίνο, ο οποίος κατάφερε γρήγορα να ξεπεράσει τα προβλήματα και να αναπτύξει μια σημαντική φιλανθρωπική δράση. Μετά την κοίμηση του επισκόπου Σκοπέλου ο Ρηγίνος τον διαδέχτηκε.
Το 347 προσκλήθηκε και συμμετείχε στη Σύνοδο της Σαρδικής (σημερινή Σόφια της Βουλγαρίας) , στην οποία συνήλθαν 300 Ορθόδοξοι αρχιερείς της Δυτικής Εκκλησίας και 76 αρχιερείς οπαδοί του Αρείου, της Ανατολικής Εκκλησίας. Ο Επίσκοπος Ρηγίνος διέπρεψε, ενώ με αγιογραφικές αποδείξεις κατατρόπωσε τους οπαδούς του Αρείου, οι οποίοι αποχώρησαν πριν τη λήξη των εργασιών. Ο Ρηγίνος επέστρεψε στη Σκόπελο όπου έγινε δεκτός με ενθουσιασμό από το ποίμνιο του.
Την περίοδο της αυτοκρατορίας του Ιουλιανού του Παραβάτη (331-363) η ειρήνη της Εκκλησίας διασαλεύτηκε και πάλι και άρχισαν σφοδροί διωγμοί κατά των Χριστιανών. Μεταξύ των πρώτων που συνελήφθησαν ήταν ο Επίσκοπος Ρηγίνος. Ο ειδωλολάτρης έπαρχος της Ελλάδας πήγε στο νησί και προσπάθησε, με υποσχέσεις και απειλές, να τον πείσει να αρνηθεί την πίστη του .
Στις 25 Φεβρουαρίου του έτους 362, ο Ρηγίνος οδηγήθηκε για τελευταία φορά στον έπαρχο. Αφού ομολόγησε και πάλι την πίστη του, με διαταγή του αξιωματούχου οι δήμιοι τον τύφλωσαν και στη συνέχεια τον έσυραν στη θέση «Παλαιό Γεφύρι» όπου και τον αποκεφάλισαν με ξίφος.Τη νύχτα, οι κάτοικοι πήραν κρυφά το νεκρό σώμα του Επισκόπου τους και το έθαψαν σε ένα κοντινό λόφο, δίπλα σε μια πηγή και σε αρχαίο ναό δωρικού ρυθμού.
Μετά τη μαρτυρική θυσία του, ο Επίσκοπος Ρηγίνος ανακηρύχθηκε άγιος της Ορθόδοξης Εκκλησίας και αναγνωρίστηκε προστάτης και πολιούχος της Σκοπέλου.
Η περιοχή στο Παλαιό Γεφύρι, που θεωρείται ότι έλαβε χώρα ο αποκεφαλισμός, ονομάζεται «Άγιος Ρηγινάκης» .
Το 1068, ο Γουλιέλμος ο Αγαθός της Σικελίας, ο οποίος έκανε επιδρομές στα νησιά του Αιγαίου και μεταξύ άλλων συνέλεγε λείψανα Αγίων, πήρε τα λείψανα του Αγίου Ρηγίνου από τη Σκόπελο και τα μετέφερε στην Κύπρο.
Το 1740 με φροντίδα της Γερουσίας Σκοπέλου εστάλη στην Κύπρο ο Χατζή Κωνσταντίνος (ο οποίος αργότερα έγινε καλόγερος με το όνομα Καλλίνικος) να πάρει το σκήνωμα. Δεν τα κατάφερε όμως και το μόνο που του έδωσαν ήταν το χέρι του Αγίου, το οποίο μετέφερε στη Σκόπελο. Οι δημογέροντες το εναπόθεσαν στη Μονή του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου και αργότερα στο Ναό της Γεννήσεως του Χριστού, όπου φυλάσσεται μέχρι σήμερα.
Στις 16 Οκτωβρίου 1999, μέρος των λειψάνων παραδόθηκαν στην Ιερά Μητρόπολη Θηβών και Λεβαδείας από την Κύπρο, ενώ τα υπόλοιπα παρέμειναν στη Μεγαλόνησο.
Προς τιμή του Αγίου τους, οι κάτοικοι του νησιού έκτισαν παλαιοχριστιανικό ναό με μονή, στον λόφο όπου είχε ταφεί, όπως αποδεικνύουν τα υπάρχοντα αρχιτεκτονικά μέλη του σημερινού ναού.
Άγιος Ταράσιος Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, ο Ομολογητής
Γεννήθηκε περί το 730 στην Κωνσταντινούπολη από ευγενείς γονείς. Ο πατέρας του ονομάζονταν Γεώργιος, ο οποίος ήταν πατρίκιος και υπηρέτησε ως έπαρχος της Βασιλεύουσας και δικαστής. Η μητέρα του ονομάζονταν Ευκρατία και ήταν πολύ ευσεβής. Αυτή μετέδωσε στον Ταράσιο βαθιά πίστη στο Θεό και ευσέβεια. Έκανε λαμπρές σπουδές και αναδείχτηκε ανώτερος κρατικός υπάλληλος. Υπηρέτησε ως ύπατος και πρωτασηκρήτης. Ανέβηκε στο αξίωμα των υπάτων. Έγινε ύπατος και τον εξέλεξαν ως πρώτο γραμματέα των μυστικών του αυτοκράτορα.
Η αυτοκράτειρα Ειρήνη Αθηναία (752-803), η οποία επιτρόπευε τον ανήλικο γιό της αυτοκράτορα Κωνσταντίνο ΣΤ΄(780-798), εκτιμούσε ιδιαιτέρως τις ικανότητες του Ταρασίου και τον θαύμαζε για την ευσέβειά του και την προσήλωσή του στην Ορθοδοξία. Μετά το θάνατο του Πατριάρχη Παύλου Δ΄ του Κυπρίου, του πρότεινε να υπηρετήσει την Εκκλησία, προωθώντας τον για τη θέση του Πατριάρχη. Διέβλεπε στο πρόσωπό του τον σωστό εκκλησιαστικό ηγέτη, ο οποίος θα ειρήνευε την Εκκλησία και θα επούλωνε τις πληγές της από τους εικονομάχους εχθρούς της.
Στην αρχή υπήρξε διστακτικός από ταπείνωση και έχοντας τη συναίσθηση του μεγάλου φορτίου του πατριαρχικού θρόνου, στην κρίσιμη εκείνη περίοδο. Δέχτηκε τελικά, αφού έλαβε την διαβεβαίωση ότι θα συγκροτούσε το παλάτι Οικουμενική Σύνοδο, για να θέσει τέρμα στο πρόβλημα της εικονομαχίας. Τα Χριστούγεννα του 784 χειροτονήθηκε ταυτόχρονα στους τρεις βαθμούς της Ιεροσύνης και αναδείχτηκε Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως. Ο βεβιασμένος τρόπος εκλογής του προκάλεσε χλιαρή αντίδραση του (ορθοδόξου τότε) πάπα Αδριανού Α΄, το ίδιο και στους συγχρόνους του. Από τον ενθρονιστήριο λόγο του, που διέσωσε ο χρονικογράφος Θεοφάνης ο Ομολογητής, φαίνεται ο πόθος του για να επικρατήσει η πολυπόθητη ειρήνη στην Εκκλησία.
<imgsrc=”” alt=”
<imgsrc=”” alt=”
Πηγή: ertnews.gr