Ταινίες της εβδομάδες: Σιδερένια γροθιά το «Animal» για όσους λατρεύουν να μισούν την «Πρισίλα»
Μια από τις πιο δυνατές ελληνικές ταινίες της χρονιάς μας δείχνει τα δόντια της. Ένα αθλητικό δράμα δέχεται τη δαγκωματιά της κριτικής. Μια αγιογραφία που μοιάζει με παιδικό χασμουρητό σε πρωινή λειτουργία, σκιαγραφεί τον θρύλο της ροκ. Ένα πρωτότυπο ντοκιμαντέρ μας βυθίζει με αγάπη στον βούρκο της άγνωστης πραγματικότητας. Μια μέλισσα περιδιαβαίνει τα λουλούδια που ίσως προσφέρει κάποιος που λατρεύει να μισεί το άλλο του μισό την ημέρα του αγίου Βαλεντίνου. Ξέρω, δεν καταλάβατε τίποτα. Υπομονή: ακολουθούν οδηγίες χρήσης για τις ταινίες που κάνουν πρεμιέρα αυτή την εβδομάδα.
ANIMAL
Το «Animal» είναι μια επίκαιρη ταινία που ταράζει με την αλήθεια και το ρεαλισμό της το σκεπτόμενο κοινό. Καταπιάνεται ουσιαστικά με θέματα όπως την τουριστική αποικιοκρατία, το τίμημα της καλλιτεχνικής ελευθερίας, την εκμετάλλευση και τη μοναξιά. Μελετά όμως και την ένταξη του ατόμου σε υποσύνολα αυτόχθονων κοινοτήτων που διέπονται όχι από ίδιες επιθυμίες αλλά κοινό κώδικα αξιών.
Πλαισιωμένο στο αφηγηματικό μοντέλο του «Park» παραμένει ανυπότακτα πρωτότυπο, σαφές, στοχευμένο και ευθύβολο στις τοποθετήσεις του. Η δεύτερη ταινία της Σοφίας Εξάρχου επιβεβαιώνει τη σκηνοθετική της στιβαρότητα. Με τα οριοθετημένα πλάνα, συνήθως ευθυγραμμισμένα στα σημεία παρατήρησης και λιγότερο σταθερά στα σημεία εκτόνωσης της φόρτισης, δίνει βουαγεριστική πρόσβαση σε μια ομάδα εργαζομένων που οι ζωές τους δεν είναι άμεσα προσβάσιμες στο ευρύ κοινό: τους καλοκαιρινούς διασκεδαστές των ξενοδοχείων. Η σαρωτική Δήμητρα Βλαγκοπούλου, με νατουραλιστικό τρόπο αφήνει υπόδουλη στα κτηνώδη μάτια του κοινού την περιορισμένη ελευθερία της ηρωίδας της που συμβιώνει με το «όπου γης και πατρίς». Αν όμως γη είναι το θέαμα και πατρίδα η καλλιτεχνική έκφραση, αυτή η καλοκαιρινή κόλαση γιατί άραγε αφήνει χειμώνα στην ψυχή της; Σεναριακή σφραγίδα πλήρωσης των παραπάνω, η κίνηση των σωμάτων, που ακόμα και σε αδράνεια ψάχνουν το ρυθμό τους: από τις χορογραφίες της σκηνής, στο κοντινό μπαρ, το κύμα της παραλίας, στα αυτοσχέδια κρεβάτια.
ΣΙΔΕΡΕΝΙΑ ΓΡΟΘΙΑ
Τα αθλητικά δράματα, κυρίως αυτά που στηρίζονται στην πάλη ή το μποξ και βασίζονται σε οικογενειακές ιστορίες και δράματα, δύσκολα ικανοποιούν το κινηματογραφόφιλο κοινό [με ίσως μοναδικές εξαιρέσεις το Rocky, τον Παλαιστή, το Champ και το Million Dollar Baby] καθώς τα success stories για να είναι απολαυστικά πρέπει να έχουν ένα τόνο αισιοδοξίας, μια σκιά προσωπικής πάλης για επίτευξη ενός ανώτερου σκοπού, γεγονότα και όχι αφηγήσεις τους. Αυτό, ταιριασμένο με μια γενίκευση, ότι η ευαίσθητη ψυχή ενός μποξέρ ή παλαιστή συνήθως στερείται χαρακτηριστικών που στα χέρια ενός έμπειρου σκηνοθέτη καταφέρνουν να ικανοποιούν και το κοινό που αγαπάει τα δράματα, και όσων προτιμούν τα αθλητικά θεάματα, κάνει τον θεατή που μπαίνει στο ρινγκ της «σιδερένιας γροθιάς», να θυμηθεί το γνωμικό: δεν γίνεται να έχεις και την πίτα ολόκληρη και τον σκύλο χορτάτο.
Τα αδέρφια παλαιστών Βον Έριχ, που πρωταγωνίστησαν στα ρινγκ του WWE τη δεκαετία του ’80, και ιδιαίτερα δύο από αυτά, το επονομαζόμενο «δίδυμο Texas Tornado» βιώνουν προσωπικά δράματα και απώλειες που τους οδηγούν μάχιμα στα ρινγκ και… την σταδιακή παραίτηση, όταν ο θάνατος τους χτυπάει πολλές φορές την πόρτα.
Τί έχουν τα έρμα [αδέλφια] και ψωφάνε; Μα φυσικά έναν πατέρα-αφέντη που -δυστυχώς- η προσωπικότητά του αγιογραφείται και περνάει στα ψιλά, καταδικάζοντας τα παλικάρια του, να μην περάσουν στο στάδιο του πατρικού απογαλακτισμού καταδικασμένα να άρουν το τομάρι τους από αγώνα σε αγώνα με στόχο την πρωτιά [και άρα να κερδίσουν το ενδιαφέρον του πατέρα].
Ο σκηνοθέτης Σον Ντέρκιν γοητεύεται από την πατρική ύβρη που σχεδόν ξεκληρίζει μια οικογένεια αθλητών όταν οι συνθήκες τους κάνουν να ξεχάσουν το «ευ αγωνίζεστε» και την αθλητική άμυλα αναζητώντας τα πατήματά τους στα θέλω και τη ζωή. Δυστυχώς αναλώνεται σε φλύαρες συναισθηματικά φορτισμένες αποκαλύψεις ξεχνώντας την κινηματογραφική αφήγηση και το πραγματικό ζητούμενο που θίξαμε παραπάνω. Οι ερμηνείες είναι χορογραφημένες όπως και οι σκηνές πάλης, άλλοτε, σαρωτικές και άλλοτε ψαρωτικές, ποτέ όμως με βάθος και εσωτερικότητα. Όλα για το σόου, όλα για τη νίκη. Και κάπως έτσι έρχεται η ήττα.
PRISCILLA
Μετά τον εκτρωματικό «Έλβις» του Μπαζ Λούρμαν που θέλησε να δικαιολογήσει κάθε αμφισβητήσιμα βρώμικο σημείο της βιογραφίας του Βασιλιά της Ροκ, έρχεται η ζωή του με το συναισθηματικό φορτίο και αποστασιοποίηση της Σοφία Κόπολλα.
Σε αυτοτελή επεισόδια που αποφορτίζουν την ηλεκτρισμένη (θεωρητικά) ατμόσφαιρα, ο Έλβις γίνεται μικρός και ευπαθής, μεγάλος και απρόσιτος, βρώμικος και μοναχικός, θυμωμένος και τραυματισμένος. Με πρισματική, κατακερματισμένη οπτική, η Πρισίλα προσλαμβάνει -και μεταλαμβάνει- την άνοδο και πτώση ενός θρύλου. Όντας μόλις 14 ετών όταν σύναψαν σχέση με τον δέκα χρόνια μεγαλύτερο της Έλβις, η Πρισίλα παραμένει για οκτώ χρόνια ερωμένη του και αργότερα τον παντρεύεται στα 22 της. Πέντε χρόνια μετά, χωρίζουν. Οι θεατές παρακολουθούν πίσω από το αραχνοΰφαντο προστατευτικό αποσπάσματα φιλτραρισμένα από το κορίτσι που έγινε απότομα γυναίκα. Για εκείνη ο Έλβις δεν είναι ο ροκ σταρ που όλα τα κορίτσια του κόσμου παθαίνουν ντελίριουμ τρέμενς όταν τον βλέπουν αλλά ο ευάλωτος αρχικά και εν συνεχεία κυκλοθυμικός σύζυγός της. Η ζωή της στο ολόχρυσο κελί της έχει επιβεβλημένους κανόνες ανελευθερίας και άρρηκτες αδιαπραγμάτευτες δεσμεύσεις.
Η πρόθεση της Σοφία Κόππολα είναι να εξελίξει το ποπ βιογραφικό μοντέλο που σκαρίφησε στη «Μαρία Αντουανέττα», διορθώνοντας της αρρυθμίες της παλιότερης ταινίας της. Κρατώντας όμως αποστάσεις και με φίλτρο την ιστορία της Πρισίλα, κάθε άλλο παρά δυσάρεστη κάνει την ταινία της για τους θαυμαστές του Έλβις. Ο Έλβις, εκτός από βασιλιάς του Ροκ Εντ Ρολ, να θυμηθούμε ήταν παιδόφιλος (είχε προτίμηση στα ανήλικα παρθένα κοριτσάκια), ασυγκράτητος στις κυκλοθυμίες του και καπηλευτής της μαύρης μουσικής (που τότε είχε εκτόπισμα στην αγορά των καυκάσιων). Η παρατήρηση της ζωής του από τα μάτια της γυναίκας του που θα ωριμάσει -εξ ανάγκης- μέσα στη σχέση τους, προσφέρει αερόσακο στις συγκρούσεις που φανταζόμασταν θα αποκάλυπτε η νέα ταινία. Κερδισμένος είναι μονάχα ο Τζέικοπ Ελόρντι στον ρόλο του Έλβις που επιδιώκει να αποδόσει το συναίσθημα των πράξεών του, όχι να του μοιάσει. Η ταλαντούχα Κάιλι Σπένι στο ρόλο της Πρισίλα, κατασπαράζεται από το δειλό σενάριο.
Η ΑΦΡΙΝ ΣΤΟΝ ΚΑΙΡΟ ΤΗΣ ΠΛΗΜΜΥΡΑΣ
Ο κόσμος αλλάζει, όχι όμως πάντα προς το καλύτερο. Το περιβαλλοντικού προβληματισμού νττοκιμαντέρ «Η Αφρίν στον καιρό της Πλημμύρας» του Άγγελου Ράλλη, είναι βίωμα εν τη γενέσει. Σε ένα λασπόνησο καταδικασμένο από την υπερχείλιση του ποταμού Βραχμαπούτρα, ένα 12χρονο ορφανό κορίτσι, με βιωμένη σοφία, θα γίνει κλιματικός πρόσφυγας όταν θα αφήσει εξ’ ανάγκης το σπίτι της και τη ζωή που γνώριζε μέχρι τότε. Ψάχνοντας τα χνάρια μιας ανάμνησης οικογένειας, θα ατενίσει τα αστέρια σε παρόντα χρόνο για να έχει από κάτι να κρατηθεί στο μέλλον.
Η ομορφιά του κόσμου συναντά τη βία της φύσης σε μια ιστορία ενηλικίωσης, ανθρωπολογική μελέτη και εθνογραφική υποσημείωση, με την ιστορία της Αφρίν να μεταμορφώνεται σε κάτι περισσότερο από την καταγραφή της στιγμής. Το κορίτσι που αγνοεί τους κινδύνους και παρατηρεί την εκδικητική φύση ως θεμιτή συνέχεια, αφηγείται ένα σκληρό παραμύθι που ανθοφορεί σε στέρεο έδαφος, και ας επιπλέει στο βούρκο για τον οποίο δεν ευθύνεται.
ΜΑΓΙΑ Η ΜΕΛΙΣΣΑ – Η ΧΡΥΣΗ ΣΦΑΙΡΑ
Τεχνικοί λόγοι δεν μας επέτρεψαν να παρακολουθήσουμε την τρίτη συνέχεια από τις περιπέτειες της Μάγιας, του Φλιπ και του Βίλι στη μεγάλη οθόνη. Είμαι προκατειλημμένος πάντα με θετικό πρόσημο στη χαριτωμένη και γεμάτη οικολογικά μηνύματα ηρωίδα και το ορκίζομαι πως αν κάτι «με τσιμπήσει» το σαββατοκύριακο για αν βγω από την «κυψέλη» μου ή έστω μου «κεντρίσει» το ενδιαφέρον, θα πάω μοναχός μου ανάμεσα στους κινηματογραφόφιλους μπόμπιρες/κηφήνες για να το δω με αναψυκτικό νέκταρ ανά χείρας.
ANYONE BUT YOU
«ΛΑΤΡΕΥΩ ΝΑ ΣΕ ΜΙΣΩ»
Η εμμονή της με την επιβολή του νόμου αλλά και η λιλιπούτια κύστη της, θα τους φέρει πιο κοντά στην πιο άνευρη επαναπροσαρμογή του σαιξπηρικού «Πολύ Κακό για το Τίποτα». Μετά από ένα καυτό ερωτικό βράδυ, και μια πυρίμαχη παρεξήγηση, το πάθος και η γοητευτική αμπαλοσύνη τους θα μετουσιωθούν σε μίσος. Έλα όμως που όταν οι άνθρωποι προγραμματίζουν, ο θεός παίζει τα δικά του παιχνίδια, και έτσι θα βρεθούν και οι δύο στην Αυστραλία στον διεμφυλικό gay γάμο κοντινών τους ανθρώπων (καθαρά για τις ανάγκες συμπερίληψης).
Με γράφιτι το ευφυολόγημα του Σαίξπηρ «εδώ το μίσος είναι πολύ αλλά η αγάπη, περισσότερη» αλλά και το γραμμένο στην άμμο «αν βάλεις καλό δόλωμα, το ψάρι τσιμπάει», η ιστορία θα καταλήξει μέσα από μύριες σεναριακές τρύπες και λαγούμια σκηνικής ακολουθείας (εδώ χτυπάει καμπανάκι στο prop boy or girl), θα περάσουν σχεδόν δύο ώρες χωρίς γέλιο ή το απαραίτητο γλυκανάλατο love story.
Οι χοντράδες (πχ. δάχτυλα σε πωποτρυπίδες, δηλητηριώδεις αράχνες στις γενετήσιες περιοχές, δράσεις αθέμιτου γυμνισμού κλπ) διαδέχονται άτσαλα το εξ ανάγκης ρομάντζο (πχ. Η σκηνή που το ζεύγος ναυαγών ίπταται πάνω από την Όπερα του Σίντνευ, τη σεκάνς αναπαραγωγής της σκηνής του κινηματογραφικού «Τιτανικού») σε ένα άνευρο ρομάντζο με κεντρικό ζευγάρι που στερείται χημείας.
Κρατώ μια ατάκα στην πρωτότυπη έκδοση (καθώς δεν αποδίδεται το λογοπαίγνιο στα ελληνικά), το «There is no us in assholes» για να συμπληρώσω ότι το ζαχαρένιο pc & pg female’s valentine porn, καταλήγει να είναι περισσότερο «Πολύ κακό για το Τίποτα» παρά «Αγάπης Άγονος Αγώνας».
Πηγή: ertnews.gr